Μίνως: Difference between revisions
κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
(Autenrieth) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=[[Minos]], [[son]] of [[Zeus]] and Eurōpa, [[father]] of [[Deucalion]] and [[Ariadne]], [[ruler]] of [[Crete]], and [[after]] his [[death]] a [[ruler]] in the [[nether]] [[world]], Od. 11.322, 568 ff. | |auten=[[Minos]], [[son]] of [[Zeus]] and Eurōpa, [[father]] of [[Deucalion]] and [[Ariadne]], [[ruler]] of [[Crete]], and [[after]] his [[death]] a [[ruler]] in the [[nether]] [[world]], Od. 11.322, 568 ff. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Μίνως:''' [ῑ], ὁ, ο Μίνωας, [[γιος]] του [[Δία]] και της Ευρώπης, [[βασιλιάς]] της Κρήτης, σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ.· γεν. <i>Μίνωος</i>, σε Ομήρ. Οδ.· αιτ. <i>Μίνωα</i>, σε Όμηρ.· επίσης, γεν. <i>Μίνω</i>, σε Ηρόδ.· αιτ. <i>Μίνων</i>, σε Ομήρ. Ιλ. ή <i>Μίνω</i>, σε Ηρόδ. κ.λπ.· δοτ. <i>Μίνῳ</i>, σε Πλάτ.· επίθ. Μῑνώϊος, <i>-α</i>, <i>-ον</i>, Αττ. <i>-ῷος</i>, του Μίνωα, σε Ομηρ. Ύμν. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:20, 31 December 2018
English (LSJ)
[ῑ, but also ῐ Pl.Com.15 D.], ὁ, Minos, Hom., etc.; gen.
A Μίνωος Od.11.322, 17.523; acc. Μίνωα Il.13.450, Od.11.568; also gen. Μίνω Hdt.1.173; acc. Μίνων Il.14.322, Hdt.7.171, Μίνω A.Ch.618 (lyr.), Pl. Lg.630d, A.R.3.1107; dat. Μίνῳ Pl.Grg.524a:—Adj. Μῑνώϊος, α, ον, Att. -ῷος, h.Ap.393, etc.; Μινῷος, ὁ (sc. μήν), name of fictitious month, Luc.VH2.13; Μινῴα, ἡ, a kind of grape, Hsch.:—fem. Μῑνωΐς, ΐδος, A.R.2.299; νύμφη, i. e. Ariadne, Call.inPSI9.1092.59.
Greek (Liddell-Scott)
Μίνως: [ῑ], ὁ, υἱὸς τοῦ Διὸς καὶ τῆς Εὐρώπης, βασιλεὺς τῆς Κρήτης, Ὅμ., Ἡσ., κλ.: κλίνεται: γεν. Μίνωος Ὀδ. Λ. 322, Ρ. 523· αἰτ. Μίνωα Ἰλ. Ν. 450, Ὀδ. Λ. 568· - ὡσαύτως γεν. Μίνω Ἡρόδ. 1. 173· αἰτ. Μίνων Ἰλ. Ξ. 322, ἢ Μίνω Ἡρόδ. 7. 170, 171 (ἀλλὰ μετὰ διαφ. γραφῶν: Μίνωα, Μίνων), Αἰσχύλ. Χο. 618, Πλάτ., δοτ. Μίνῳ Πλάτ. Γοργ. 524Α· - ἐπίθ. Μῑνώιος, α, ον, Ἀττ. ῷος Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 393, κτλ.· θηλ. Μῑνωίς, ίδος, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 299.
French (Bailly abrégé)
ωος (ὁ) :
Minos, roi de Crète et législateur.
English (Autenrieth)
Minos, son of Zeus and Eurōpa, father of Deucalion and Ariadne, ruler of Crete, and after his death a ruler in the nether world, Od. 11.322, 568 ff.
Greek Monotonic
Μίνως: [ῑ], ὁ, ο Μίνωας, γιος του Δία και της Ευρώπης, βασιλιάς της Κρήτης, σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ.· γεν. Μίνωος, σε Ομήρ. Οδ.· αιτ. Μίνωα, σε Όμηρ.· επίσης, γεν. Μίνω, σε Ηρόδ.· αιτ. Μίνων, σε Ομήρ. Ιλ. ή Μίνω, σε Ηρόδ. κ.λπ.· δοτ. Μίνῳ, σε Πλάτ.· επίθ. Μῑνώϊος, -α, -ον, Αττ. -ῷος, του Μίνωα, σε Ομηρ. Ύμν.