ἑπτακόσιοι: Difference between revisions
διὸ δὴ πᾶς ἀνὴρ σπουδαῖος τῶν ὄντων σπουδαίων πέρι πολλοῦ δεῖ μὴ γράψας ποτὲ ἐν ἀνθρώποις εἰς φθόνον καὶ ἀπορίαν καταβαλεῖ → And this is the reason why every serious man in dealing with really serious subjects carefully avoids writing, lest thereby he may possibly cast them as a prey to the envy and stupidity of the public | Therefore every man of worth, when dealing with matters of worth, will be far from exposing them to ill feeling and misunderstanding among men by committing them to writing
(4) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἑπτᾰκόσιοι:''' -ια, -α, [[εφτακόσιοι]], σε Ηρόδ. κ.λπ. | |lsmtext='''ἑπτᾰκόσιοι:''' -ια, -α, [[εφτακόσιοι]], σε Ηρόδ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἑπτᾰκόσιοι:''' семьсот Her., Thuc. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:32, 31 December 2018
English (LSJ)
αι, α,
A seven hundred, Hdt.2.140, etc.
German (Pape)
[Seite 1012] αι, α, siebenhundert, Her. 3, 91; Plat. u. A.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτᾰκόσιοι: -αι, -α, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 2. 140, κλ.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
sept cents.
Étymologie: ἑπτά, -κόσιοι.
Greek Monolingual
και εφτακόσιοι, -ες, -α (Α ἑπτακόσιοι, -αι, -α)
(απόλ. αριθμτ.) επτά εκατοντάδες
νεοελλ.
το ουδ. σε χρήση αντί για το τακτικό επτακοσιοστός («το επτακόσια μετά Χριστόν» — το επτακοσιοστό έτος μετά τη γέννηση του Χριστού).
Greek Monotonic
ἑπτᾰκόσιοι: -ια, -α, εφτακόσιοι, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
ἑπτᾰκόσιοι: семьсот Her., Thuc.