προενσείω: Difference between revisions
From LSJ
Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master
(4) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''προενσείω:''' раньше наталкиваться, натыкаться (τινί Plut.). | |elrutext='''προενσείω:''' раньше наталкиваться, натыкаться (τινί Plut.). | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=προ-ενσείω als eerste afsturen op, met dat. | |||
}} | }} |
Revision as of 14:12, 31 December 2018
English (LSJ)
A fling troops at before, τινὰς τῷ Κρατερῷ Plu.Eum. 6.
German (Pape)
[Seite 720] vorher hineinrütteln, -schütteln, -schlagen, Plut. Eumen. 6.
Greek (Liddell-Scott)
προενσείω: ἐνσείω πρότερον ἢ ἐνώπιον, πρὸς πολεμίους τινὶ Πλούτ. Εὐμέν. 6.
French (Bailly abrégé)
lancer auparavant contre, τινι.
Étymologie: πρό, ἐνσείω.
Greek Monolingual
Α
εκσφενδονίζω προηγουμένως κάτι εναντίον κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ἐνσείω «εκσφενδονίζω»].
Greek Monotonic
προενσείω: μέλ. -σω, σείω, κινώ από πριν, τινά τινι, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
προενσείω: раньше наталкиваться, натыкаться (τινί Plut.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προ-ενσείω als eerste afsturen op, met dat.