μεσότοιχον: Difference between revisions

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
(5)
(3)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεσότοιχον:''' τό ([[τοῖχος]]), [[μεσοτοιχία]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''μεσότοιχον:''' τό ([[τοῖχος]]), [[μεσοτοιχία]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''μεσότοιχον:''' τό средостение: τὸ μ. τοῦ φραγμοῦ NT перегородка.
}}
}}

Revision as of 00:04, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσότοιχον Medium diacritics: μεσότοιχον Low diacritics: μεσότοιχον Capitals: ΜΕΣΟΤΟΙΧΟΝ
Transliteration A: mesótoichon Transliteration B: mesotoichon Transliteration C: mesotoichon Beta Code: meso/toixon

English (LSJ)

τό, = sq., Ep.Eph. 2.14, Hsch.

   A s.v. κατῆλιψ.

German (Pape)

[Seite 140] τό, Zwischenwand, N. T.

Greek (Liddell-Scott)

μεσότοιχον: τό, = τῷ ἑπομ., Ἐπιστ. π. Ἐφ. β΄, 14, Ἡσύχ.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
mur mitoyen.
Étymologie: μέσος, τοῖχος.

English (Strong)

from μέσος and τοῖχος; a partition (figuratively): middle wall.

English (Thayer)

μεσοτοιχου, τό (μέσος, and τοῖχος the wall of a house), a partition-wall: τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ (i. e. τόν φραγμόν τόν μεσότοιχον ὄντα (A. V. the middle wall of partition; Winer's Grammar, § 59,8a.)), τόν τῆς ἡονης καί ἀρετῆς μεσότοιχον, Eratosthenes quoted in Athen. 7, p. 281d.)

Greek Monotonic

μεσότοιχον: τό (τοῖχος), μεσοτοιχία, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

μεσότοιχον: τό средостение: τὸ μ. τοῦ φραγμοῦ NT перегородка.