ὄδωδα: Difference between revisions

From LSJ
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὄδωδα:''' ὀδώδει, παρακ. και γʹ ενικ. υπερσ. του [[ὄζω]].
|lsmtext='''ὄδωδα:''' ὀδώδει, παρακ. και γʹ ενικ. υπερσ. του [[ὄζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὄδωδα:''' pf. 2 (= praes.) к [[ὄζω]].
}}
}}

Revision as of 00:48, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὄδωδα Medium diacritics: ὄδωδα Low diacritics: όδωδα Capitals: ΟΔΩΔΑ
Transliteration A: ódōda Transliteration B: odōda Transliteration C: ododa Beta Code: o)/dwda

English (LSJ)

ὀδώδει,

   A v. ὄζω.

German (Pape)

[Seite 295] perf. zu ὄζω.

Greek (Liddell-Scott)

ὄδωδα: ὀδώδει, ἴδε τὸ ῥῆμα ὄζω.

French (Bailly abrégé)

v. ὄζω.

Greek Monotonic

ὄδωδα: ὀδώδει, παρακ. και γʹ ενικ. υπερσ. του ὄζω.

Russian (Dvoretsky)

ὄδωδα: pf. 2 (= praes.) к ὄζω.