ὑπερφρόνησις: Difference between revisions
From LSJ
ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν μοι οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς → I am the light of the world; he that followeth me shall not walk in darkness but shall have the light of life (John 8:12)
(43) |
(4b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ήσεως, ἡ, ΜΑ [[ὑπερφρονῶ]]<br />[[περιφρόνηση]], [[καταφρόνηση]]. | |mltxt=-ήσεως, ἡ, ΜΑ [[ὑπερφρονῶ]]<br />[[περιφρόνηση]], [[καταφρόνηση]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπερφρόνησις:''' εως ἡ пренебрежение, презрение: ὑ. θανάτου Plut. презрение к смерти. | |||
}} | }} |
Revision as of 05:12, 1 January 2019
English (LSJ)
εως, ἡ,
A contempt, θανάτου Plu.2.238b, cf. Poll.9.146.
German (Pape)
[Seite 1204] ἡ, Uebermuth u. Verachtung aus Stolz, θανάτου Plut. Inst. lac. p. 251.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερφρόνησις: -εως, ἡ, καταφρόνησις, θανάτου Πλούτ. 2. 238Β, Πολυδ. Θ΄, 146.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
fierté, dédain.
Étymologie: ὑπερφρονέω.
Greek Monolingual
-ήσεως, ἡ, ΜΑ ὑπερφρονῶ
περιφρόνηση, καταφρόνηση.
Russian (Dvoretsky)
ὑπερφρόνησις: εως ἡ пренебрежение, презрение: ὑ. θανάτου Plut. презрение к смерти.