παρακίνηση: Difference between revisions

From LSJ

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347
(31)
 
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[παρακίνησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[παρακινώ]]<br />[[συμβουλή]] και συγχρόνως [[ενθάρρυνση]] [[προς]] κάποιον για να κάνει [[κάτι]], [[υποκίνηση]], [[παρότρυνση]], [[προτροπή]], [[παρόρμηση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[στάση]], [[εξέγερση]] («τὴν τοῡ πλήθους παρακίνησιν καταστεῑλαι», Γ. Παχυμ.).
|mltxt=η / [[παρακίνησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[παρακινώ]]<br />[[συμβουλή]] και συγχρόνως [[ενθάρρυνση]] [[προς]] κάποιον για να κάνει [[κάτι]], [[υποκίνηση]], [[παρότρυνση]], [[προτροπή]], [[παρόρμηση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[στάση]], [[εξέγερση]] («τὴν τοῦ πλήθους παρακίνησιν καταστεῑλαι», Γ. Παχυμ.).
}}
}}

Revision as of 12:55, 15 February 2019

Greek Monolingual

η / παρακίνησις, -ήσεως, ΝΜΑ παρακινώ
συμβουλή και συγχρόνως ενθάρρυνση προς κάποιον για να κάνει κάτι, υποκίνηση, παρότρυνση, προτροπή, παρόρμηση
μσν.-αρχ.
στάση, εξέγερση («τὴν τοῦ πλήθους παρακίνησιν καταστεῑλαι», Γ. Παχυμ.).