συνδιαπλάσσω: Difference between revisions
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=syndiaplasso | |Transliteration C=syndiaplasso | ||
|Beta Code=sundiapla/ssw | |Beta Code=sundiapla/ssw | ||
|Definition=<span class="sense"> | |Definition=<span class="sense"><span class="bld">A</span> [[set]] a fracture, Pall. <b class="b2">in Hp.Fract</b>.<span class="bibl">12.278C.</span></span> | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 10:40, 31 December 2020
English (LSJ)
A set a fracture, Pall. in Hp.Fract.12.278C.
Greek Monolingual
Μ
ανατάσσω σπασμένο οστό ώστε να επέλθει συγκόλληση με το πέρασμα του χρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαπλάσσω «αποκαθιστώ σπασμένο μέλος ή κόκαλο»].
Greek Monolingual
Μ
ανατάσσω σπασμένο οστό ώστε να επέλθει συγκόλληση με το πέρασμα του χρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαπλάσσω «αποκαθιστώ σπασμένο μέλος ή κόκαλο»].