στεατίτης: Difference between revisions

From LSJ

Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονBion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(38)
 
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=στεατίτης
|Medium diacritics=στεατίτης
|Low diacritics=στεατίτης
|Capitals=ΣΤΕΑΤΙΤΗΣ
|Transliteration A=steatítēs
|Transliteration B=steatitēs
|Transliteration C=steatitis
|Beta Code=steati/ths
|Definition=v. [[στεάτινος]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />βασικό πυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου που αποτελεί συμπαγή [[μορφή]] του τάλκη<br /><b>αρχ.</b><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[στεάτινος]], [[πίων]], [[σταίτινος]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στέαρ]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>σταφυλ</i>-[[ίτης]])].
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />βασικό πυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου που αποτελεί συμπαγή [[μορφή]] του τάλκη<br /><b>αρχ.</b><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[στεάτινος]], [[πίων]], [[σταίτινος]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στέαρ]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>σταφυλ</i>-[[ίτης]])].
}}
}}

Revision as of 10:34, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στεατίτης Medium diacritics: στεατίτης Low diacritics: στεατίτης Capitals: ΣΤΕΑΤΙΤΗΣ
Transliteration A: steatítēs Transliteration B: steatitēs Transliteration C: steatitis Beta Code: steati/ths

English (LSJ)

v. στεάτινος.

Greek Monolingual

(I)
ο, ΝΑ
νεοελλ.
βασικό πυριτικό ορυκτό του μαγνησίου που αποτελεί συμπαγή μορφή του τάλκη
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «στεάτινος, πίων, σταίτινος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέαρ, -ατος + επίθημα -ίτης (πρβλ. σταφυλ-ίτης)].