Φθία: Difference between revisions
Ὁ μηδὲν εἰδὼς οὐδὲν ἐξαμαρτάνει → Quicumque nihil (nil) scit, ille vir peccat nihil → Ein Mann, der ohne Wissen ist, macht auch nichts falsch
m (LSJ2 replacement) |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Φθία''': [ῑ], ας, Ἐπικ. καὶ Ἰων. Φθίη, ης, ἡ, «[[πόλις]] καὶ [[μοῖρα]] Θετταλίας» (Στέφ.), πατρὶς τοῦ Ἀχιλλέως, Ὅμηρ.· Φθίηνδε, εἰς Φθίαν, Ἰλ. Α. 169, κλπ.· Φθίηφι, ἐν Φθίᾳ, Τ. 323. ― Ἐντεῦθεν Φθῑώτης, ου, ὁ, [[κάτοικος]] τῆς Φθίας, Ἡρόδ. 7. 131, Θουκ., κλπ.· Φθιῶτ’ Ἀχιλλεῦ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 131, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 575, Ἰφ. ἐν Αὐλ. 237· [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ., Πηνειὲ Φθιῶτα Καλλ. εἰς Δῆλ. 112. ― Φθιῶτις γῆ, ἡ [[χώρα]] τῆς Φθίας, Εὐρ. Ἀνδρ. 664, κλπ.· ἀκταὶ Φθίας ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 1125· γυναῖκες ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 1048. ― Ἐπίθ. Φθιωτικός, ή, όν, Στράβ. 433, κλπ.· Φθιώτιος, α, ον, Χριστοδ. Ἔκφρ. 200· ― [[ὡσαύτως]] ἐπίθ. [[Φθῖος]], -α, -ον, [[ἐντεῦθεν]] Φθῖοι = Φθιῶται, Ἰλ. Ν. 686· | |lstext='''Φθία''': [ῑ], ας, Ἐπικ. καὶ Ἰων. Φθίη, ης, ἡ, «[[πόλις]] καὶ [[μοῖρα]] Θετταλίας» (Στέφ.), πατρὶς τοῦ Ἀχιλλέως, Ὅμηρ.· Φθίηνδε, εἰς Φθίαν, Ἰλ. Α. 169, κλπ.· Φθίηφι, ἐν Φθίᾳ, Τ. 323. ― Ἐντεῦθεν Φθῑώτης, ου, ὁ, [[κάτοικος]] τῆς Φθίας, Ἡρόδ. 7. 131, Θουκ., κλπ.· Φθιῶτ’ Ἀχιλλεῦ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 131, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 575, Ἰφ. ἐν Αὐλ. 237· [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ., Πηνειὲ Φθιῶτα Καλλ. εἰς Δῆλ. 112. ― Φθιῶτις γῆ, ἡ [[χώρα]] τῆς Φθίας, Εὐρ. Ἀνδρ. 664, κλπ.· ἀκταὶ Φθίας ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 1125· γυναῖκες ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 1048. ― Ἐπίθ. Φθιωτικός, ή, όν, Στράβ. 433, κλπ.· Φθιώτιος, α, ον, Χριστοδ. Ἔκφρ. 200· ― [[ὡσαύτως]] ἐπίθ. [[Φθῖος]], -α, -ον, [[ἐντεῦθεν]] Φθῖοι = Φθιῶται, Ἰλ. Ν. 686· μετὰ θηλυκοῦ Φθιάς, άδος, ἡ, Εὐρ. Ἑκ. 451. κλπ. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 11:25, 20 April 2021
English (LSJ)
ας, Epic and Ionic Φθίη, ης, ἡ, Phthia in Thessaly, the home of Achilles, Il. 1.155, al.
Greek (Liddell-Scott)
Φθία: [ῑ], ας, Ἐπικ. καὶ Ἰων. Φθίη, ης, ἡ, «πόλις καὶ μοῖρα Θετταλίας» (Στέφ.), πατρὶς τοῦ Ἀχιλλέως, Ὅμηρ.· Φθίηνδε, εἰς Φθίαν, Ἰλ. Α. 169, κλπ.· Φθίηφι, ἐν Φθίᾳ, Τ. 323. ― Ἐντεῦθεν Φθῑώτης, ου, ὁ, κάτοικος τῆς Φθίας, Ἡρόδ. 7. 131, Θουκ., κλπ.· Φθιῶτ’ Ἀχιλλεῦ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 131, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 575, Ἰφ. ἐν Αὐλ. 237· ὡσαύτως ὡς ἐπίθ., Πηνειὲ Φθιῶτα Καλλ. εἰς Δῆλ. 112. ― Φθιῶτις γῆ, ἡ χώρα τῆς Φθίας, Εὐρ. Ἀνδρ. 664, κλπ.· ἀκταὶ Φθίας ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 1125· γυναῖκες ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 1048. ― Ἐπίθ. Φθιωτικός, ή, όν, Στράβ. 433, κλπ.· Φθιώτιος, α, ον, Χριστοδ. Ἔκφρ. 200· ― ὡσαύτως ἐπίθ. Φθῖος, -α, -ον, ἐντεῦθεν Φθῖοι = Φθιῶται, Ἰλ. Ν. 686· μετὰ θηλυκοῦ Φθιάς, άδος, ἡ, Εὐρ. Ἑκ. 451. κλπ.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Phthie :
1 anc. ville de Thessalie;
2 région de la ville de Phthie, Phthiotide.
Étymologie: DELG pas d’étym.
English (Slater)
Φθῑα city of Thessaly παῖς, ὅνπερ μόνον ἀθανάτα τίκτεν ἐν Φθίᾳ Θέτις (Achilles) (P. 3.101)
1 Θέτις δὲ κρατεῖ Φθίᾳ (N. 4.51)
Greek Monolingual
η, ΝΑ, και ιων. και επικ. τ. Φθίη Α
(στην περιοχή της Θεσσαλίας) πόλη τών Μυρμιδόνων, πατρίδα του Αχιλλέως, όπου λατρευόταν ο Χείρων και η Θέτις.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Λ. άγνωστης ετυμολ.. Αρχαίοι μελετητές, αλλά και ορισμένοι νεώτεροι, συνδέουν το τοπωνύμιο Φθίη / Φία με το ρ. φθίνω, ερμηνεύοντάς το ως ουσιαστικοποιημένο τ. του θηλ. ενός επιθ. Φθί-ῐος (σύμφωνα με την άποψη αυτή, η ορθή ανάγνωση τών ομηρ. τ. πρέπει να είναι: Φθι-ίη, Φθί-ιος), σχηματισμένου από το εθνικό όν. Φθῐες (το οποίο, όμως, παραδίδεται με τη γρφ. Φθῖες). Αρχική σημ., επομένως, του εθνικού αυτού ονόματος θα πρέπει να θεωρηθεί μια σημ. «νεκροί» (πρβλ. τη μιχ. φθίμενοι του φθίνω), ενώ και το όν. Φθία θα πρέπει να αναφερόταν αρχικά σε ένα φανταστικό, μυθικό κράτος νεκρών και όχι σε κάποια υπαρκτή περιοχή. Έχει διατυπωθεί, επίσης, η άποψη ότι η λ. Φθία, όπως και η λ. Θεσσαλία, συνδέεται με το ρ. θέσσασθαι «ζητώ κάτι με προσευχή, προσεύχομαι». Ωστόσο, και οι δύο αυτές απόψεις παραμένουν τελείως υποθετικές και ανεπιβεβαίωτες].
Greek Monotonic
Φθία: [ῑ], -ας, Ιων. Φθίη, -ης, ἡ, η Φθία στη Θεσσαλία, η πατρίδα του Αχιλλέα, σε Όμηρ.· Φθίηνδε, προς τη Φθία, Φθίηφι, στην περιοχή της Φθίας, σε Ομήρ. Ιλ.· απ' όπου Φθῑώτις, -ου, ὁ, άνθρωπος από τη Φθία, σε Ηρόδ. κ.λπ.· Φθιῶτις γῆ, η χώρα της Φθίας, σε Ευρ. κ.λπ.· ομοίως, Φθιάς, -άδος, ἡ, στον ίδ.
Russian (Dvoretsky)
Φθία: эп. Φθίη (ῑ) ἡ Фтия (город и область в юго-вост. Фессалии, владение Пелея и его сына Ахилла) Hom., Xen., Plat.