συμφθέγγομαι: Difference between revisions
οὐ βούλομαι δυσχερὲς εἰπεῖν οὐδὲν ἀρχόμενος τοῦ λόγου, οὗτος δ' ἐκ περιουσίας μου κατηγορεῖ → for me—but I wish to say nothing untoward at the beginning of my speech—whereas he prosecutes me from a position of advantage | but for me—I do not wish to say anything harsh at the beginning of the speech, but he prosecutes me from a position of strength
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''συμφθέγγομαι:'''<br /><b class="num">1)</b> вторить, аккомпанировать (τινι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> поддакивать, соглашаться (τινι Plut.). | |elrutext='''συμφθέγγομαι:'''<br /><b class="num">1)</b> [[вторить]], [[аккомпанировать]] (τινι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[поддакивать]], [[соглашаться]] (τινι Plut.). | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Revision as of 10:30, 19 August 2022
English (LSJ)
A sound with, ἡ λύρα τῷ Χρωμένῳ σ. Plu.Alc.2, etc.; ἐμοὶ ὁ νόμος συμφθέγγεται Chor.p.55 B.: abs., D.C.74.3, restored for -φθειρ- in D.Chr.78.20. II converse with, Plu.2.580d.
German (Pape)
[Seite 991] mittönen, ἡ λύρα συμφθέγγεται τῷ χρωμένῳ, Plut. Alc. 2; übertr., übereinstimmen, zustimmen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συμφθέγγομαι: ἀποθετ., ἠχῶ μετά τινος ἐν συμφωνίᾳ, ἀποτελῶ συμφωνίαν, τὴν λύραν τῷ χρωμένῳ συμφθέγγεσθαι καὶ συνᾴδειν Πλάτ. Ἀλκιβ. 2, κτλ.· τῶν κύκνων ἐπιβοώντων καὶ συμφθεγγομένων Δίων Κ. 74. 3.
French (Bailly abrégé)
parler ou résonner d’accord, être d’accord avec, τινι.
Étymologie: σύν, φθέγγομαι.
Greek Monolingual
Α
1. ηχώ σε συμφωνία με άλλον («ἡ λύρα συμφθέγγεται τῷ χρωμένῳ», Πλούτ.)
2. συνδιαλέγομαι, συναναστρέφομαι
3. μτφ. συμφωνώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + φθέγγομαι «λέγω, ηχώ»].
Greek Monotonic
συμφθέγγομαι: αποθ., ηχώ από κοινού, ηχώ σε συμφωνία, συνηχώ, τινι, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
συμφθέγγομαι:
1) вторить, аккомпанировать (τινι Plut.);
2) поддакивать, соглашаться (τινι Plut.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συμ-φθέγγομαι [σύν, φθέγγομαι] ‘meeklinken’ hetzelfde geluid laten horen als, harmoniëren met, met dat.