σπερμολογία: Difference between revisions

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''σπερμολογία:''' ἡ пустословие, бахвальство Plut.
|elrutext='''σπερμολογία:''' ἡ [[пустословие]], [[бахвальство]] Plut.
}}
}}
{{elnl
{{elnl

Revision as of 10:55, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπερμολογία Medium diacritics: σπερμολογία Low diacritics: σπερμολογία Capitals: ΣΠΕΡΜΟΛΟΓΙΑ
Transliteration A: spermología Transliteration B: spermologia Transliteration C: spermologia Beta Code: spermologi/a

English (LSJ)

ἡ, A babbling, gossip, Plu.Alc.36, 2.65b, etc.

German (Pape)

[Seite 920] ἡ, das Wesen u. die Handlungsweise eines σπερμολόγος, Schmarotzerei, Plut. Alc. 36 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

σπερμολογία: ἡ, φλυαρία, ἀδολεσχία, Πλουτ. Ἀλκιβ. 36., 2, 63Β, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
bouffonnerie de parasite.
Étymologie: σπερμολόγος.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ σπερμολόγος
η διάδοση ανεξέλεγκτων και συχνά κακόβουλων φημών (α. «τα δημοσιεύματα ορισμένων εφημερίδων αποτελούν σπερμολογίες» β. «διαμιλλώμενος ύπερβαλέσθαι βωμολοχία και σπερμολογίᾳ», Πλούτ.).

Greek Monotonic

σπερμολογία: ἡ, φλυαρία, αδολεσχία, φημολογία, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

σπερμολογία:пустословие, бахвальство Plut.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σπερμολογία -ας, ἡ [σπερμολόγος] gezwets, praatjes, roddels:. σ. ναυτική zeemans-praatjes Plut. Alc. 36.2.

Middle Liddell

σπερμολογία, ἡ,
babbling, gossip, Plut. [from σπερμολόγος