Προποντίς: Difference between revisions
Πᾶσα γυνὴ χόλος ἐστὶν· ἔχει δ' ἀγαθὰς δύο ὥρας, τὴν μίαν ἐν θαλάμῳ, τὴν μίαν ἐν θανάτῳ → Every woman is an annoyance. She has two good times: one in the bedroom, one in death.
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-]+)(<\/b>)" to "$2") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Propontis | |Transliteration C=Propontis | ||
|Beta Code=*proponti/s | |Beta Code=*proponti/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, | |Definition=ίδος, ἡ, [[the Fore-sea]], a name given to the Sea of Marmora, that leads into the Pontus, <span class="bibl">A.<span class="title">Pers.</span>876</span>(lyr.), <span class="bibl">Hdt.4.85</span>, etc. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 10:30, 24 August 2022
English (LSJ)
ίδος, ἡ, the Fore-sea, a name given to the Sea of Marmora, that leads into the Pontus, A.Pers.876(lyr.), Hdt.4.85, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Προποντίς: -ίδος, ἡ, ἡ πρὸ τοῦ Πόντου θάλασσα, ἡ θάλασσα τοῦ Μαρμαρᾶ, ἥτις κεῖται πρὸ τοῦ Εὐξείνου Πόντου, Ἡρόδ. 4. 85, Αἰσχύλ. Πέρσ. 875, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
Propontide (auj. mer de Marmara) entre l’Hellespont et le Bosphore de Thrace, litt. « la mer avant le Pont-Euxin ».
Étymologie: πρό, Πόντος.
Greek Monolingual
-ίδος, η, ΝΑ, και Προποντίδα Ν
εσωτερική θάλασσα που χωρίζει την ασιατική από την ευρωπαϊκή ήπειρο και η οποία συνδέεται βορειοανατολικά μέσω του Βοσπόρου με τον Εύξεινο Πόντο, και νοτιοδυτικά, μέσω τών Δαρδανελλίων, με το Αιγαίο Πέλαγος και που, κατά μία παράδοση, πήρε την ονομασία της επειδή οδηγεί στον Εύξεινο Πόντο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < προ- + πόντος + επίθημα -ίς, -ίδος].
Greek Monotonic
Προποντίς: -ίδος, ἡ, η θάλασσα πριν τον Πόντο, δηλ. η θάλασσα του Μαρμαρά που οδηγεί στον Πόντο, σε Ηρόδ., Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
Προποντίς: ίδος (ῐδ) ἡ Пропонтида, «Предморье», ныне Мраморное море Her., Aesch., Arst. etc.
Middle Liddell
Προποντίς, ίδος, ἡ,
the fore-sea, i. e. the Sea of Marmora, that leads into the Pontus, Hdt., Aesch.