τραγῳδοδιδάσκαλος: Difference between revisions
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
m (Text replacement - "d’" to "d'") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tragododidaskalos | |Transliteration C=tragododidaskalos | ||
|Beta Code=tragw|dodida/skalos | |Beta Code=tragw|dodida/skalos | ||
|Definition=ὁ, | |Definition=ὁ, [[tragic poet]], who trained his own chorus and actors, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Th.</span>88</span>, <span class="bibl">Isoc. 12.168</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Po.</span>1449a5</span>:—[[τραγῳδιοδιδάσκαλος]] and [[τραγῳδιδάσκαλος]] are ff. ll. in <span class="bibl">Luc.<span class="title">Cal.</span>1</span>, <span class="bibl">Ath. 15.699b</span>, etc. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:42, 24 August 2022
English (LSJ)
ὁ, tragic poet, who trained his own chorus and actors, Ar.Th.88, Isoc. 12.168, Arist.Po.1449a5:—τραγῳδιοδιδάσκαλος and τραγῳδιδάσκαλος are ff. ll. in Luc.Cal.1, Ath. 15.699b, etc.
German (Pape)
[Seite 1133] ὁ, der Tragödiendichter, der selbst sowohl die Chortänzer als die eigentlichen Schauspieler sein Stück aufführen lehrte und sie einübte, auch in der ältern Zeit selbst eine Hauptrolle darin zu spielen pflegte; Ar. Th. 88; abgekürzt τραγῳδιδάσκαλος, Hemsterh. Ar. Plut. p. 89.
Greek (Liddell-Scott)
τρᾰγῳδοδιδάσκᾰλος: ὁ, τραγικὸς ποιητής, ὅστις ἐδίδασκεν αὐτοπροσώπως τὸν χορὸν καὶ τοὺς ὑποκριτὰς καὶ κατὰ τοὺς παλαιοτέρους χρόνους ἐλάμβανε καὶ αὐτὸς μέρος εἰς τὰς παραστάσεις, Ἀριστοφ. Θεσμ. 88, Ἰσοκρ. 268C, Ἀριστ. Ποιητ. 4, 13· ― ὁ τύπος τραγῳδιοδιδάσκαλος, εἶναι μεταγενέστερος, ἀλλὰ πιθανῶς πλημμελὴς γραφὴ ἐν Λουκ. Ὀνείρῳ ἢ Ἀλεκτρ. 1, Ἀθήν. 699Β· ― ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις συχνάκις φέρεται πλημμελῶς τραγῳδιδάσκαλος, ὡς καὶ κωμῳδιδάσκαλος.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
celui qui instruit les acteurs d'une tragédie à jouer leur rôle, postér. le poète lui-même qui dirigeait ces répétitions.
Étymologie: τραγῳδός, διδάσκαλος.
Greek Monolingual
ὁ, Α
τραγικός ποιητής που διδάσκει ο ίδιος τον χορό και τους υποκριτές, ενώ παλαιότερα συμμετείχε και στις παραστάσεις τών τραγωδιών του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τραγῳδός + διδάσκαλος.
Greek Monotonic
τρᾰγῳδοδιδάσκᾰλος: ὁ, ο τραγικός ποιητής, ο οποίος διδάσκει ο ίδιος τον Χορό και τους υποκριτές, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
τρᾰγῳδοδιδάσκᾰλος: ὁ трагик-режиссер Arph., Isocr., Arst.
Middle Liddell
τρᾰγῳδο-διδάσκᾰλος, ὁ,
a tragic poet, who trained his own chorus and actors, Ar.