ἀλλοτριόγνωμος: Difference between revisions
ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ τὴν δοκόν, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου → first take the plank out of your own eye, and then you will see clearly to remove the speck from your brother's eye
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=a)llotrio/gnwmos | |Beta Code=a)llotrio/gnwmos | ||
|Definition=ον, [[thinking of other things]], [[absent]], <span class="bibl">Cratin. 154</span>. | |Definition=ον, [[thinking of other things]], [[absent]], <span class="bibl">Cratin. 154</span>. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene opiniones ajenas]] ἀλλοτριογνώμοις ἐπιλήσμοισι μνημονικοῖσι Cratin.154, ἀ.· ὁ τὰ ἀλλότρια ἐν γνώμῃ ἔχων καὶ μὴ τὰ [[ἑαυτοῦ]] Phot.p.78R. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀλλοτριόγνωμος''': -ον, ὁ περὶ ἄλλων διανοούμενος, ἀλλαχοῦ τὸν νοῦν ἔχων, ἀφῃρημένος, Κρατῖνος ἐν «Πανόπταις» 3. | |lstext='''ἀλλοτριόγνωμος''': -ον, ὁ περὶ ἄλλων διανοούμενος, ἀλλαχοῦ τὸν νοῦν ἔχων, ἀφῃρημένος, Κρατῖνος ἐν «Πανόπταις» 3. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀλλοτριόγνωμος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει άλλα πράγματα στον νου του, [[αφηρημένος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀλλότριος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>γνωμος</i> <span style="color: red;"><</span> [[γνώμη]]]. | |mltxt=[[ἀλλοτριόγνωμος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει άλλα πράγματα στον νου του, [[αφηρημένος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀλλότριος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>γνωμος</i> <span style="color: red;"><</span> [[γνώμη]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:47, 1 October 2022
English (LSJ)
ον, thinking of other things, absent, Cratin. 154.
Spanish (DGE)
-ον
que tiene opiniones ajenas ἀλλοτριογνώμοις ἐπιλήσμοισι μνημονικοῖσι Cratin.154, ἀ.· ὁ τὰ ἀλλότρια ἐν γνώμῃ ἔχων καὶ μὴ τὰ ἑαυτοῦ Phot.p.78R.
German (Pape)
[Seite 106] B. A. 385 aus Cratin. (Hephaest. p. 14 u. Choerob. in Cr. An. 4, 414, aber B. A. 1176 ἀλλοτριογνώμοσι), anderes im Kopfe habend.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλλοτριόγνωμος: -ον, ὁ περὶ ἄλλων διανοούμενος, ἀλλαχοῦ τὸν νοῦν ἔχων, ἀφῃρημένος, Κρατῖνος ἐν «Πανόπταις» 3.
Greek Monolingual
ἀλλοτριόγνωμος, -ον (Α)
αυτός που έχει άλλα πράγματα στον νου του, αφηρημένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλλότριος + -γνωμος < γνώμη].