αὐλητρίς: Difference between revisions
ἀπομυξάμενος, ὦ Δῆμέ, μου πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀποψῶ → blow your nose, Demos, and wipe your hand on my head
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br />[[mujer flautista]], [[flautista]] Ar.<i>Ach</i>.551, ὅπου ... συμπόται ... πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις ... αὐλητρίδας donde los comensales son gente bien educada, no podrías ver flautistas</i> Pl.<i>Prt</i>.347d, ἐν τοῖς τῶν αὐλητρίδων διδασκαλείοις διατρίβουσιν se entretienen en las escuelas de flautistas</i> Isoc.15.287, τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ' αὐλητρίδων derribaron los muros al son de las flautistas</i> X.<i>HG</i> 2.2.23, ἐν Σκύθαις οὐκ εἰσὶν αὐλητρίδες Arist.<i>APo</i>.78<sup>b</sup>31, cf. Plu.2.150d, καλεῖν δ' ἐκέλευε τὰς αὐλητρίδας Theopomp.Hist.236, αὐλητρίδα λαβὼν ὑπέστρεψεν D.C.39.10, ἡ Λάμια δ' ἦν [[αὐλητρίς]] Macho 176, αὐλητρὶς ἢ ποιήτρια D.Chr.33.45, cf. 66.27, αὐλητρίδος ἀκούειν Ael.<i>Ep</i>.15, cf. Simon.157D., Pl.<i>Smp</i>.215c, D.21.36, X.<i>Smp</i>.2.1, Theoc.2.146, Satyr.<i>Vit.Eur</i>.39.5.15, Plb.14.11.4, <i>GDI</i> 1842.6 (Delfos II a.C.), <i>ID</i> 442A.197 (II a.C.), <i>PRoss.Georg</i>.2.18.16 (II d.C.), Ael.<i>Ep</i>.16, 19, Alciphr.1.15.4, <i>Et.Gen</i>.1401<br /><b class="num">•</b>ἡ Αὐλητρίς La flautista</i> tít. de una comedia de Antífanes (tb. conocida como αἱ Δίδυμαι) Antiph.48, de Menandro (v. tb. [[ἀρρηφόρος]]) Men.<i>Fr</i>.59, de Diodoro, Diod.Com.1, en plu. αἱ Αὐλητρίδες Las flautistas</i> tít. de una comedia de Fenícides, Phoenicid.1. | |dgtxt=-ίδος, ἡ<br />[[mujer flautista]], [[flautista]] Ar.<i>Ach</i>.551, ὅπου ... συμπόται ... πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις ... αὐλητρίδας donde los comensales son gente bien educada, no podrías ver flautistas</i> Pl.<i>Prt</i>.347d, ἐν τοῖς τῶν αὐλητρίδων διδασκαλείοις διατρίβουσιν se entretienen en las escuelas de flautistas</i> Isoc.15.287, τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ' αὐλητρίδων derribaron los muros al son de las flautistas</i> X.<i>HG</i> 2.2.23, ἐν Σκύθαις οὐκ εἰσὶν αὐλητρίδες Arist.<i>APo</i>.78<sup>b</sup>31, cf. Plu.2.150d, καλεῖν δ' ἐκέλευε τὰς αὐλητρίδας Theopomp.Hist.236, αὐλητρίδα λαβὼν ὑπέστρεψεν D.C.39.10, ἡ Λάμια δ' ἦν [[αὐλητρίς]] Macho 176, αὐλητρὶς ἢ ποιήτρια D.Chr.33.45, cf. 66.27, αὐλητρίδος ἀκούειν Ael.<i>Ep</i>.15, cf. Simon.157D., Pl.<i>Smp</i>.215c, D.21.36, X.<i>Smp</i>.2.1, Theoc.2.146, Satyr.<i>Vit.Eur</i>.39.5.15, Plb.14.11.4, <i>GDI</i> 1842.6 (Delfos II a.C.), <i>ID</i> 442A.197 (II a.C.), <i>PRoss.Georg</i>.2.18.16 (II d.C.), Ael.<i>Ep</i>.16, 19, Alciphr.1.15.4, <i>Et.Gen</i>.1401<br /><b class="num">•</b>ἡ Αὐλητρίς La flautista</i> tít. de una comedia de Antífanes (tb. conocida como αἱ Δίδυμαι) Antiph.48, de Menandro (v. tb. [[ἀρρηφόρος]]) Men.<i>Fr</i>.59, de Diodoro, Diod.Com.1, en plu. αἱ Αὐλητρίδες Las flautistas</i> tít. de una comedia de Fenícides, Phoenicid.1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />joueuse de flûte.<br />'''Étymologie:''' [[αὐλητής]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐλητρίς''': -ίδος, ἡ, [[κόρη]] ἔχουσα ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὸ αὐλεῖν ἐπὶ μισθῷ, [[αὐλήτρια]], Λατ. tibicina, Σιμων. (;) 181, Ἀριστοφ. Ἀχ. 551, Ξεν. Ἑλλ. 2. 2, 23, Πλάτ. Πρωτ. 347D· - [[πολλάκις]] ἀπεικονίζονται αὐλητρίδες ἐπὶ ἀρχαίων ἀγγείων αὐλοῦσαι ἐν συμποσίοις, ἴδε τὸν κατάλογον τῶν ἐν τῷ Βρετ. Μουσείῳ ἀγγείων ἀρ. 740. Ἴδε Γλωσσ. Παρατ. Κόντου σ. 194. | |lstext='''αὐλητρίς''': -ίδος, ἡ, [[κόρη]] ἔχουσα ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὸ αὐλεῖν ἐπὶ μισθῷ, [[αὐλήτρια]], Λατ. tibicina, Σιμων. (;) 181, Ἀριστοφ. Ἀχ. 551, Ξεν. Ἑλλ. 2. 2, 23, Πλάτ. Πρωτ. 347D· - [[πολλάκις]] ἀπεικονίζονται αὐλητρίδες ἐπὶ ἀρχαίων ἀγγείων αὐλοῦσαι ἐν συμποσίοις, ἴδε τὸν κατάλογον τῶν ἐν τῷ Βρετ. Μουσείῳ ἀγγείων ἀρ. 740. Ἴδε Γλωσσ. Παρατ. Κόντου σ. 194. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 18:05, 1 October 2022
English (LSJ)
ίδος, ἡ, flute-girl, Simon.178, Ar.Ach.551, X.HG2.2.23, Pl.Prt.347d, BCH6.24 (Delos, ii B. C.), etc.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
mujer flautista, flautista Ar.Ach.551, ὅπου ... συμπόται ... πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις ... αὐλητρίδας donde los comensales son gente bien educada, no podrías ver flautistas Pl.Prt.347d, ἐν τοῖς τῶν αὐλητρίδων διδασκαλείοις διατρίβουσιν se entretienen en las escuelas de flautistas Isoc.15.287, τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ' αὐλητρίδων derribaron los muros al son de las flautistas X.HG 2.2.23, ἐν Σκύθαις οὐκ εἰσὶν αὐλητρίδες Arist.APo.78b31, cf. Plu.2.150d, καλεῖν δ' ἐκέλευε τὰς αὐλητρίδας Theopomp.Hist.236, αὐλητρίδα λαβὼν ὑπέστρεψεν D.C.39.10, ἡ Λάμια δ' ἦν αὐλητρίς Macho 176, αὐλητρὶς ἢ ποιήτρια D.Chr.33.45, cf. 66.27, αὐλητρίδος ἀκούειν Ael.Ep.15, cf. Simon.157D., Pl.Smp.215c, D.21.36, X.Smp.2.1, Theoc.2.146, Satyr.Vit.Eur.39.5.15, Plb.14.11.4, GDI 1842.6 (Delfos II a.C.), ID 442A.197 (II a.C.), PRoss.Georg.2.18.16 (II d.C.), Ael.Ep.16, 19, Alciphr.1.15.4, Et.Gen.1401
•ἡ Αὐλητρίς La flautista tít. de una comedia de Antífanes (tb. conocida como αἱ Δίδυμαι) Antiph.48, de Menandro (v. tb. ἀρρηφόρος) Men.Fr.59, de Diodoro, Diod.Com.1, en plu. αἱ Αὐλητρίδες Las flautistas tít. de una comedia de Fenícides, Phoenicid.1.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
joueuse de flûte.
Étymologie: αὐλητής.
Greek (Liddell-Scott)
αὐλητρίς: -ίδος, ἡ, κόρη ἔχουσα ὡς ἐπάγγελμα τὸ αὐλεῖν ἐπὶ μισθῷ, αὐλήτρια, Λατ. tibicina, Σιμων. (;) 181, Ἀριστοφ. Ἀχ. 551, Ξεν. Ἑλλ. 2. 2, 23, Πλάτ. Πρωτ. 347D· - πολλάκις ἀπεικονίζονται αὐλητρίδες ἐπὶ ἀρχαίων ἀγγείων αὐλοῦσαι ἐν συμποσίοις, ἴδε τὸν κατάλογον τῶν ἐν τῷ Βρετ. Μουσείῳ ἀγγείων ἀρ. 740. Ἴδε Γλωσσ. Παρατ. Κόντου σ. 194.
Greek Monolingual
η
βλ. αυλητής.
Greek Monotonic
αὐλητρίς: -ίδος, ἡ (αὐλέω), κόρη που παίζει αυλό, Λατ. tibicina, σε Αριστοφ., Ξεν. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
αὐλητρίς: ίδος ἡ флейтистка Arph., Xen., Plat., Isocr., Plut.