μετάδοσις: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ πάντα πειρῶ πᾶσι πιστεύειν ἀεί → Credenda cunctis esse cuncta ne putes → Glaub ja nicht allen alles immerdar

Menander, Monostichoi, 335
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[([\p{Cyrillic}]+) или ([\p{Cyrillic}]+)\]\]" to "$1 или $2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0146.png Seite 146]] ἡ, die Mittheilung; σίτων, Xen. Cyr. 8, 2, 2; Sp., eine in der Schule vorgelegte Frage, Plut. Symp. 2, 1, 10. – Beisteuer, Cleom. 32.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0146.png Seite 146]] ἡ, die Mittheilung; σίτων, Xen. Cyr. 8, 2, 2; Sp., eine in der Schule vorgelegte Frage, Plut. Symp. 2, 1, 10. – Beisteuer, Cleom. 32.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> partage, répartition;<br /><b>2</b> contribution;<br /><b>3</b> question proposée, sujet de discussion.<br />'''Étymologie:''' [[μεταδίδωμι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μετάδοσις''': ἡ, τὸ μεταδιδόναι, τὸ παρέχειν [[μέρος]], Ἱππ. Ὅρκ.· σίτων Ξεν. Κύρ. 8. 2, 2· μ. γίνεται τῷ πλήθει τοῦ πολιτεύματος Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 7, 4, πρβλ. Ἠθ. Ν. 5. 56. 2) ἀνταλλαγὴ ἐμπορευμάτων, ποιεῖσθαι τὰς μ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 1. 9, 5, πρβλ. 3. 9, 10 κἑξ. 3) [[συνεισφορά]], [[ἔρανος]], Πλουτ. Κλεομ. 34. ΙΙ. [[ὑπόθεσις]] πρὸς συζήτησιν, ὁ αὐτ. 2. 634Α.
|lstext='''μετάδοσις''': ἡ, τὸ μεταδιδόναι, τὸ παρέχειν [[μέρος]], Ἱππ. Ὅρκ.· σίτων Ξεν. Κύρ. 8. 2, 2· μ. γίνεται τῷ πλήθει τοῦ πολιτεύματος Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 7, 4, πρβλ. Ἠθ. Ν. 5. 56. 2) ἀνταλλαγὴ ἐμπορευμάτων, ποιεῖσθαι τὰς μ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 1. 9, 5, πρβλ. 3. 9, 10 κἑξ. 3) [[συνεισφορά]], [[ἔρανος]], Πλουτ. Κλεομ. 34. ΙΙ. [[ὑπόθεσις]] πρὸς συζήτησιν, ὁ αὐτ. 2. 634Α.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> partage, répartition;<br /><b>2</b> contribution;<br /><b>3</b> question proposée, sujet de discussion.<br />'''Étymologie:''' [[μεταδίδωμι]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 21:48, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετάδοσις Medium diacritics: μετάδοσις Low diacritics: μετάδοσις Capitals: ΜΕΤΑΔΟΣΙΣ
Transliteration A: metádosis Transliteration B: metadosis Transliteration C: metadosis Beta Code: meta/dosis

English (LSJ)

εως, ἡ, A giving a share, imparting, Hp.Jusj.; σίτων καὶ ποτῶν X.Cyr.8.2.2; μ. γίνεσθαι τῷ πλήθει τοῦ πολιτεύματος Arist.Pol.1321a26, etc. 2 exchange, Id.EN 1133a2; ποιεῖσθαι τὰς μ. Id.Pol.1257a24, cf. 1280b20. 3 distribution of benefits, Plu.Cleom.32 (pl.). 4 communication, Plot.5.1.12, Procl.Inst.56; esp. communication by word of mouth or in writing, τῆς προστάξεως A.D.Synt.260.16; notification, POxy.2134.42 (ii A.D.), 1276.19 (iii A. D.). 5 of disease, infection, Aret.SD2.13, CD2.13; μ. λοιμική Paul.Aeg.3.43. II thesis given, subject for discussion, Plu.2.634a.

German (Pape)

[Seite 146] ἡ, die Mittheilung; σίτων, Xen. Cyr. 8, 2, 2; Sp., eine in der Schule vorgelegte Frage, Plut. Symp. 2, 1, 10. – Beisteuer, Cleom. 32.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 partage, répartition;
2 contribution;
3 question proposée, sujet de discussion.
Étymologie: μεταδίδωμι.

Greek (Liddell-Scott)

μετάδοσις: ἡ, τὸ μεταδιδόναι, τὸ παρέχειν μέρος, Ἱππ. Ὅρκ.· σίτων Ξεν. Κύρ. 8. 2, 2· μ. γίνεται τῷ πλήθει τοῦ πολιτεύματος Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 7, 4, πρβλ. Ἠθ. Ν. 5. 56. 2) ἀνταλλαγὴ ἐμπορευμάτων, ποιεῖσθαι τὰς μ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 1. 9, 5, πρβλ. 3. 9, 10 κἑξ. 3) συνεισφορά, ἔρανος, Πλουτ. Κλεομ. 34. ΙΙ. ὑπόθεσις πρὸς συζήτησιν, ὁ αὐτ. 2. 634Α.

Greek Monotonic

μετάδοσις: ἡ,
1. δίνω ένα μερίδιο, μοιράζομαι, συμμετέχω, σε Ξεν.
2. ανταλλαγή εμπορευμάτων, σε Αριστ.
3. συνεισφορά, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

μετάδοσις: εως ἡ
1) раздача (σίτων καὶ ποτῶν Xen.);
2) передача, предоставление (τοῦ πολιτεύματος τῷ πλήθει Arst.);
3) вознаграждение или пособие Plut.;
4) тема для обсуждения, вопрос Plut.

Middle Liddell

μετά-δοσις, ιος, ἡ,
1. the giving a share, imparting, Xen.
2. exchange of commodities, Arist.
3. a contribution, Plut.

English (Woodhouse)

giving a share

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)