περιέλασις: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=εως (ἡ) :<br />espace où l'on peut circuler à cheval.<br />'''Étymologie:''' [[περιελαύνω]].
|btext=εως (ἡ) :<br />espace où l'on peut circuler à cheval.<br />'''Étymologie:''' [[περιελαύνω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιέλᾰσις''': -εως, , τὸ περιελαύνειν, Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 292. ΙΙ. [[τόπος]] πρὸς περιέλασιν, [[λεωφόρος]], Ἡρόδ. 1. 179.
|elnltext=περιέλασις -εως, ἡ [περιελαύνω] het rondrijden. Hp. Aër. 20. rondweg:. τεθρίππῳ π. rondweg voor een vierspan Hdt. 1.179.3.
}}
{{elru
|elrutext='''περιέλᾰσις:''' εως ἡ [[место для объезда или проезда]]: τὸ [[μέσον]] [[ἔλιπον]] τεθρίππῳ περιέλασιν Her. середину оставили для проезда четверки лошадей.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιέλᾰσις:''' -εως, ἡ, [[τόπος]] για περιέλαση, [[πέρασμα]], [[λεωφόρος]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''περιέλᾰσις:''' -εως, ἡ, [[τόπος]] για περιέλαση, [[πέρασμα]], [[λεωφόρος]], σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιέλᾰσις:''' εως ἡ [[место для объезда или проезда]]: τὸ [[μέσον]] [[ἔλιπον]] τεθρίππῳ περιέλασιν Her. середину оставили для проезда четверки лошадей.
|lstext='''περιέλᾰσις''': -εως, , τὸ περιελαύνειν, Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 292. ΙΙ. [[τόπος]] πρὸς περιέλασιν, [[λεωφόρος]], Ἡρόδ. 1. 179.
}}
{{elnl
|elnltext=περιέλασις -εως, ἡ [περιελαύνω] het rondrijden. Hp. Aër. 20. rondweg:. τεθρίππῳ π. rondweg voor een vierspan Hdt. 1.179.3.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=περιέλᾰσις, εως,<br />a [[place]] for [[driving]] [[round]], a roadway, Hdt. [from [[περιελαύνω]]
|mdlsjtxt=περιέλᾰσις, εως,<br />a [[place]] for [[driving]] [[round]], a roadway, Hdt. [from [[περιελαύνω]]
}}
}}

Revision as of 21:20, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιέλᾰσις Medium diacritics: περιέλασις Low diacritics: περιέλασις Capitals: ΠΕΡΙΕΛΑΣΙΣ
Transliteration A: periélasis Transliteration B: perielasis Transliteration C: perielasis Beta Code: perie/lasis

English (LSJ)

εως, ἡ, A driving about, Hp.Aër.20 (pl.); hurling about, cj. in Plu.2.916d (pl.). II place for driving round, roadway, Hdt. 1.179.

German (Pape)

[Seite 574] ἡ, das Herumtreiben, Herumfahren, τὸ μέσον τῶν οἰκημάτων ἔλιπον τεθρίππῳ περιέλασιν, Raum zum Herumfahren, Her. 1, 179.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
espace où l'on peut circuler à cheval.
Étymologie: περιελαύνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιέλασις -εως, ἡ [περιελαύνω] het rondrijden. Hp. Aër. 20. rondweg:. τεθρίππῳ π. rondweg voor een vierspan Hdt. 1.179.3.

Russian (Dvoretsky)

περιέλᾰσις: εως ἡ место для объезда или проезда: τὸ μέσον ἔλιπον τεθρίππῳ περιέλασιν Her. середину оставили для проезда четверки лошадей.

Greek Monolingual

-άσεως, ἡ, Α περιελαύνω
1. το να μετακινείται κανείς επάνω σε αμάξι («κάθηται ἐν τῇ ἁμάξῃ... διὰ τὰς μεταστάσιας καὶ τὰς περιελάσιας», Ηρόδ.)
2. το να εκτοξεύει κανείς ολόγυρα κάτι
3. δρόμος κατάλληλος για μετακίνηση με αμάξι, λεωφόρος.

Greek Monotonic

περιέλᾰσις: -εως, ἡ, τόπος για περιέλαση, πέρασμα, λεωφόρος, σε Ηρόδ.

Greek (Liddell-Scott)

περιέλᾰσις: -εως, ἡ, τὸ περιελαύνειν, Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 292. ΙΙ. τόπος πρὸς περιέλασιν, λεωφόρος, Ἡρόδ. 1. 179.

Middle Liddell

περιέλᾰσις, εως,
a place for driving round, a roadway, Hdt. [from περιελαύνω