Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διορθωτήρ: Difference between revisions

From LSJ

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (pape replacement)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[διορθωτήρ]]) [[διορθώ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />όργανο για τη [[διόρθωση]] της βολής τών ναυτικών πυροβόλων<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[διορθωτής]].
|mltxt=ο (Α [[διορθωτήρ]]) [[διορθώ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />όργανο για τη [[διόρθωση]] της βολής τών ναυτικών πυροβόλων<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[διορθωτής]].
}}
{{pape
|ptext=ῆρος, ὁ, = [[διορθωτής]], <i>Inscr</i>. 2 p. 22.
}}
}}

Revision as of 16:53, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διορθωτήρ Medium diacritics: διορθωτήρ Low diacritics: διορθωτήρ Capitals: ΔΙΟΡΘΩΤΗΡ
Transliteration A: diorthōtḗr Transliteration B: diorthōtēr Transliteration C: diorthotir Beta Code: diorqwth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ, = διορθωτής (corrector, editor, reviser, reformer), IG 9(1).694.138 (pl.).

Spanish (DGE)

-ῆρος, ὁ
corrector magistrado encargado de la reforma de tratados o leyes τὼ δὲ πόλιε διορ[θω] τῆρας ἑλέσθαι τᾶς συνβολᾶς IPArk.17.192, cf. 190 (Estínfalo IV a.C.), ταξάντων οἱ διορθωτῆρες εἰς τοὺς νόμους καθώς κα δ<έ>ῃ τὸ ἀργύριον χειρίζεσθαι IG 9(1).694.138 (Corcira III/II a.C.), cf. διορθωτής II 1.

Greek (Liddell-Scott)

διορθωτήρ: ῆρος, ὁ, = τῷ ἑπομ., Συλλ. Ἐπιγρ. 1845. 38.

Greek Monolingual

ο (Α διορθωτήρ) διορθώ
νεοελλ.
όργανο για τη διόρθωση της βολής τών ναυτικών πυροβόλων
αρχ.
ο διορθωτής.

German (Pape)

ῆρος, ὁ, = διορθωτής, Inscr. 2 p. 22.