πεντετηρίς: Difference between revisions
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒœ ]+);" to "$1 $2;") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>1</b> [[durée de cinq années]];<br /><b>2</b> fête quinquennale.<br />'''Étymologie:''' [[πεντετής]]. | |btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>1</b> [[durée de cinq années]];<br /><b>2</b> [[fête quinquennale]].<br />'''Étymologie:''' [[πεντετής]]. | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Revision as of 10:48, 30 November 2022
English (LSJ)
ίδος, ἡ, A term of five years, διὰ πεντετηρίδος every fifth year (inclusively), Hdt.3.97, 4.94. II festival celebrated every fifth year (inclusively), Id.6.111, Th.3.104, IG 12.84.6, 32, 22.1172.27.
German (Pape)
[Seite 558] ἡ, Zeitraum von fünf Jahren; διὰ πεντετηρίδος, alle fünf Jahre, Her. 3, 97. 4, 94; πανηγύριας τὰς ἐν τῇσι πεντετηρίσι γινομένας, 6, 111, von den alle fünf Jahre gefeierten Panathenäen, wie Thuc. 3, 104, τὴν πεντετηρίδα τότε πρῶτον μετὰ τὴν κάθαρσιν ἐποίησαν οἱ Ἀθηναῖοι.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
1 durée de cinq années;
2 fête quinquennale.
Étymologie: πεντετής.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πεντετηρίς -ίδος, ἡ [πεντετής] periode van vijf jaar; ἡ Πεντετηρίς vijfjaarlijks feest.
Russian (Dvoretsky)
πεντετηρίς: ίδος (ῐδ) ἡ
1 пятилетие: διὰ πεντετηρίδος Her. каждое пятилетие;
2 праздник, справляемый каждое пятилетие Her., Thuc.
Greek (Liddell-Scott)
πεντετηρίς: -ίδος, ἡ, ὡς τὸ πενταιτηρίς, περίοδος πέντε ἐτῶν, Λατ. quinquennium, διὰ πενταετηρίδος, κατὰ πᾶν πέμπτον ἔτος, Ἡρόδ. 3. 97., 4. 94. ΙΙ. ἑορτὴ τελουμένη κατὰ πᾶν πέμπτον ἔτος, οἷον τὰ Παναθήναια ἐν Ἀθήναις, Ἡρόδ. 6. 111, Θουκ, 3. 104. Συλλ. Ἐπιγρ. 82. 27. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθην. Πολιτείαν ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 150.
Greek Monolingual
-ίδος, ἡ, Α
βλ. πενταετηρίς.
Greek Monotonic
πεντετηρίς: -ίδος, ἡ (ἔτος),
I. διάστημα πέντε χρόνων, Λατ. quinquennium, διὰ πεντετηρίδος, κάθε πέντε χρόνια, σε Ηρόδ.
II. γιορτή που τελείται κάθε πέντε χρόνια, στον ίδ., Θουκ.
Middle Liddell
πεντ-ετηρίς, ίδος, ἡ, ἔτος
I. a term of five years, Lat. quinquennium, διὰ πεντετηρίδος every five years, Hdt.
II. a festival celebrated every five years, Hdt., Thuc.