περιζώστρα: Difference between revisions
Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> [[tablier]];<br /><b>2</b> bandelette.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ζώννυμι]]. | |btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> [[tablier]];<br /><b>2</b> [[bandelette]].<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ζώννυμι]]. | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Revision as of 10:50, 30 November 2022
English (LSJ)
ἡ, A apron, Anaxandr. 69. II ribbon twined round a garland, dub. in Theoc.2.122.
German (Pape)
[Seite 576] ἡ, Gurt, Gürtel, Schurz, Theocr. 2, 121; Poll. 2, 166. 7, 65.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 tablier;
2 bandelette.
Étymologie: περί, ζώννυμι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περιζώστρα -ας, ἡ [περιζώννυμι] lint.
Russian (Dvoretsky)
περιζώστρα: ἡ повязка Theocr.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
νεοελλ.
1. ζώνη γύρω από κάτι
2. νεοελλ. σχοινί γύρω από τη βάρκα για να κρεμιένται παραβλήματα που τήν προφυλάσσουν από προσκρούσεις στην προβλήτα ή με άλλα πλοία
μσν.-αρχ.
ζώνη γύρω από κάτι
αρχ.
ταινία από ύφασμα δεμένη γύρω από στεφάνι με λουλούδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περιζώννυμι + επίθημα -τρα (πρβλ. κρεμάσ-τρα)].
Greek Monotonic
περιζώστρα: ἡ,
I. ποδιά,
II. κορδέλα, ταινία πλεγμένη γύρω από στεφάνι, σε Θεόκρ.
Greek (Liddell-Scott)
περιζώστρα: ἡ, περίζωμα, Ἀναξανδρ. ἐν Ἀδήλ. 16. ΙΙ. ταινία περιδεδεμένη περὶ στέφανον, Θεόκρ. 2. 122.
Middle Liddell
περι-ζώστρα, ἡ,
I. an apron.
II. a ribbon twined round a garland, Theocr.