φωτογενής: Difference between revisions

From LSJ

ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.

Source
(46)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΜ<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[φωτογένεια]], του οποίου τα χαρακτηριστικά φαίνονται ζωηρά [[κατά]] τη [[φωτογράφηση]] ή την [[κινηματογράφηση]] («έχει πολύ φωτογενές [[πρόσωπο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />αυτός που γεννήθηκε από το φως.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γενής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γένος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>πυρι</i>-<i>γενής</i>].
|mltxt=-ές, ΝΜ<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[φωτογένεια]], του οποίου τα χαρακτηριστικά φαίνονται ζωηρά [[κατά]] τη [[φωτογράφηση]] ή την [[κινηματογράφηση]] («έχει πολύ φωτογενές [[πρόσωπο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />αυτός που γεννήθηκε από το φως.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γενής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γένος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]]), [[πρβλ]]. [[πυριγενής]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:00, 10 May 2023

Greek Monolingual

-ές, ΝΜ
νεοελλ.
αυτός που έχει φωτογένεια, του οποίου τα χαρακτηριστικά φαίνονται ζωηρά κατά τη φωτογράφηση ή την κινηματογράφηση («έχει πολύ φωτογενές πρόσωπο»)
μσν.
αυτός που γεννήθηκε από το φως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + -γενής (< γένος < γίγνομαι), πρβλ. πυριγενής].