τετράδιπλος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
(41)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τετράδιπλος]], -ον, ΝΜ<br />διπλωμένος στα [[τέσσερα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[τέσσερεις]] φορές μεγαλύτερος, [[τετραπλός]], [[τετραπλάσιος]] («τον όχλο η [[τρέλα]] σφίγγει / τετράδιπλη από πρι», Γρυπ.)·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[διπλός]] (<b>πρβλ.</b> <i>πεντά</i>-<i>διπλος</i>)].
|mltxt=-η, -ο / [[τετράδιπλος]], -ον, ΝΜ<br />διπλωμένος στα [[τέσσερα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[τέσσερεις]] φορές μεγαλύτερος, [[τετραπλός]], [[τετραπλάσιος]] («τον όχλο η [[τρέλα]] σφίγγει / τετράδιπλη από πρι», Γρυπ.)·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[διπλός]] ([[πρβλ]]. [[πεντάδιπλος]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:31, 11 May 2023

Greek Monolingual

-η, -ο / τετράδιπλος, -ον, ΝΜ
διπλωμένος στα τέσσερα
νεοελλ.
ο τέσσερεις φορές μεγαλύτερος, τετραπλός, τετραπλάσιος («τον όχλο η τρέλα σφίγγει / τετράδιπλη από πρι», Γρυπ.)·
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + διπλός (πρβλ. πεντάδιπλος)].