ἐνδελέχεια: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu

Menander, Monostichoi, 198
(6_10)
m (LSJ1 replacement)
 
(18 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=endelecheia
|Transliteration C=endelecheia
|Beta Code=e)ndele/xeia
|Beta Code=e)ndele/xeia
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">continuity, persistency</b>, πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ <span class="bibl">Choeril.10</span>; πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα <span class="bibl">Men.744</span>.--Freq. confused with <b class="b3">ἐντελέχεια</b> (q. v.).</span>
|Definition=ἡ, [[continuity]], [[persistency]], πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ Choeril.10; πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men.744.—Freq. confused with [[ἐντελέχεια]] ([[quod vide|q.v.]]).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. [[ἐνδελεχείη]] Choeril.11<br /><b class="num">• Morfología:</b> [a veces en cód. y ed. confundido c. [[ἐντελέχεια]] q.u.]<br /><b class="num">1</b> [[persistencia]], [[perseverancia]], [[insistencia]] [[proverb|prov.]] πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ la gota de agua agujerea la piedra con su insistencia</i> Choeril.11, πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men.<i>Fr</i>.749.2, cf. Chrys.M.51.174, c. gen. subjet. ἡδονῶν Clem.Al.<i>Strom</i>.2.20.116, cf. 5.3.16, τῆς ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος Epiph.Const.<i>Haer</i>.80.6.1, cf. Phot.δ 398.<br /><b class="num">2</b> [[continuidad]], fil. [[movimiento continuo]] como naturaleza de la mente <i>sic ipsum animum</i> ἐνδελέχειαν <i>appellat nouo nomine quasi quandam continuatam motionem et perennem</i> Arist.<i>Fr</i>.27 (p.95) Ross, cf. Ph.1.625, como propio de la abstracción que es el vacío ἀναιρετικὴ ... ἡ κατ' ἐνδελέχειαν αὐτοῦ (κενοῦ) [[φύσις]] Arist. en <i>Placit</i>.1.18.6<br /><b class="num">•</b>en el ritual jud. [[sacrificio perpetuo o de continuidad]], prob. trad. del hebr. <i>tamîd</i> c. referencia al [[sacrificio]] cotidiano de corderos, Ph.2.239.<br /><b class="num">3</b> medic. [[molestia persistente]] ἀπαλλαγῆναι τῆς τοιαύτης ἐνδελεχείας Steph.<i>in Hp.Progn</i>.152.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0832.png Seite 832]] ἡ (? vgl. [[ἐντελέχεια]]), Fortdauer, das Ununterbrochensein, Menand. bei Stob. flor. 29, 19; πέτρην κοιλαίνει [[ῥανίς]] Choeril., s. Nähe p. 169. [[ἐνδελεχέω]], fortdauern, ununterbrochen fortwähren, LXX.; Sp. auch [[ἐνδελεχίζω]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0832.png Seite 832]] ἡ (? vgl. [[ἐντελέχεια]]), Fortdauer, das Ununterbrochensein, Menand. bei Stob. flor. 29, 19; πέτρην κοιλαίνει [[ῥανίς]] Choeril., s. Nähe p. 169. [[ἐνδελεχέω]], fortdauern, ununterbrochen fortwähren, LXX.; Sp. auch [[ἐνδελεχίζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐνδελέχεια:''' ἡ [[непрерывность]], [[постоянство]]: πάντα ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men. упорным трудом достигается все.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐνδελέχεια''': ἡ, ἡ [[διάρκεια]], τὸ ἀέναον, τὸ ἀδιάλειπτον, Λατ. continuation, perennitas, πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ Χοιρίλ. σ. 169, [[ἔνθα]] ἴδε Näke· πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 191. Συχνάκ. συγχέεται πρὸς τὸ [[ἐντελέχεια]], ὃ ἴδε.
|lstext='''ἐνδελέχεια''': ἡ, ἡ [[διάρκεια]], [[τὸ ἀέναον]], [[τὸ ἀδιάλειπτον]], Λατ. [[continuation]], [[perennitas]], πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ Χοιρίλ. σ. 169, [[ἔνθα]] ἴδε Näke· πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 191. Συχνάκ. συγχέεται πρὸς τὸ [[ἐντελέχεια]], ὃ ἴδε.
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἐνδελέχεια]])<br />[[διάρκεια]], [[συνεχής]] [[δράση]] ή [[επίδραση]] («πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ», Χοιρίλος)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αδιάπτωτη [[επιμέλεια]], [[συνεχής]] [[φροντίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[δόλιχος]]].
}}
}}

Latest revision as of 09:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνδελέχεια Medium diacritics: ἐνδελέχεια Low diacritics: ενδελέχεια Capitals: ΕΝΔΕΛΕΧΕΙΑ
Transliteration A: endelécheia Transliteration B: endelecheia Transliteration C: endelecheia Beta Code: e)ndele/xeia

English (LSJ)

ἡ, continuity, persistency, πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ Choeril.10; πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men.744.—Freq. confused with ἐντελέχεια (q.v.).

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Alolema(s): jón. ἐνδελεχείη Choeril.11
• Morfología: [a veces en cód. y ed. confundido c. ἐντελέχεια q.u.]
1 persistencia, perseverancia, insistencia prov. πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ la gota de agua agujerea la piedra con su insistencia Choeril.11, πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men.Fr.749.2, cf. Chrys.M.51.174, c. gen. subjet. ἡδονῶν Clem.Al.Strom.2.20.116, cf. 5.3.16, τῆς ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος Epiph.Const.Haer.80.6.1, cf. Phot.δ 398.
2 continuidad, fil. movimiento continuo como naturaleza de la mente sic ipsum animum ἐνδελέχειαν appellat nouo nomine quasi quandam continuatam motionem et perennem Arist.Fr.27 (p.95) Ross, cf. Ph.1.625, como propio de la abstracción que es el vacío ἀναιρετικὴ ... ἡ κατ' ἐνδελέχειαν αὐτοῦ (κενοῦ) φύσις Arist. en Placit.1.18.6
en el ritual jud. sacrificio perpetuo o de continuidad, prob. trad. del hebr. tamîd c. referencia al sacrificio cotidiano de corderos, Ph.2.239.
3 medic. molestia persistente ἀπαλλαγῆναι τῆς τοιαύτης ἐνδελεχείας Steph.in Hp.Progn.152.2.

German (Pape)

[Seite 832] ἡ (? vgl. ἐντελέχεια), Fortdauer, das Ununterbrochensein, Menand. bei Stob. flor. 29, 19; πέτρην κοιλαίνει ῥανίς Choeril., s. Nähe p. 169. ἐνδελεχέω, fortdauern, ununterbrochen fortwähren, LXX.; Sp. auch ἐνδελεχίζω.

Russian (Dvoretsky)

ἐνδελέχεια:непрерывность, постоянство: πάντα ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Men. упорным трудом достигается все.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνδελέχεια: ἡ, ἡ διάρκεια, τὸ ἀέναον, τὸ ἀδιάλειπτον, Λατ. continuation, perennitas, πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ Χοιρίλ. σ. 169, ἔνθα ἴδε Näke· πάντα γὰρ ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 191. Συχνάκ. συγχέεται πρὸς τὸ ἐντελέχεια, ὃ ἴδε.

Greek Monolingual

η (AM ἐνδελέχεια)
διάρκεια, συνεχής δράση ή επίδραση («πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ», Χοιρίλος)
νεοελλ.
αδιάπτωτη επιμέλεια, συνεχής φροντίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. δόλιχος].