ἀπαλλακτικός: Difference between revisions
ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=apallaktikos | |Transliteration C=apallaktikos | ||
|Beta Code=a)pallaktiko/s | |Beta Code=a)pallaktiko/s | ||
|Definition= | |Definition=ἀπαλλακτική, ἀπαλλακτικόν,<br><span class="bld">A</span> [[fit for ridding]], [[removing]], στρόφων Dsc.3.72; νοσήματος Phld.''Rh.''1.345 S.<br><span class="bld">2</span> [[fit for curing illness]], Arist.''Pr.'' 959b26.<br><span class="bld">3</span> Adv. [[ἀπαλλακτικῶς]], ἔχειν, = [[ἀπαλλαξείειν]], [[wish to depart]], D.H. ''Rh.''11.8. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 10:35, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀπαλλακτική, ἀπαλλακτικόν,
A fit for ridding, removing, στρόφων Dsc.3.72; νοσήματος Phld.Rh.1.345 S.
2 fit for curing illness, Arist.Pr. 959b26.
3 Adv. ἀπαλλακτικῶς, ἔχειν, = ἀπαλλαξείειν, wish to depart, D.H. Rh.11.8.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1apropiado para curar c. gen. στρόφων Dsc.3.72, νοσήματος Phld.Rh.1.345.
2 curativo, que es síntoma de curación de los sudores calientes, Arist.Pr.959b26.
II adv. -ῶς con inclinación a partir ἀ. ἔχειν desear marcharse D.H.Rh.11.8.
German (Pape)
[Seite 276] befreiend, zum Befreien geneigt; ἀπαλλακτικῶς ἔχειν führt Mör. als hellenist. Ausdruck für ἀπαλλαξείω an, wohl aus D. Hal. rhet. 11, 8, wo ἐπὶ τῶν πατρίδων dabei steht.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαλλακτικός: избавляющий, излечивающий (ἱδρῶτες θερμοί Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαλλακτικός: -ή, -όν, κατάλληλος, ἱκανὸς ὅπως ἀπαλλάξῃ ἀπό…, τινος Διοσκ. 3. 83: ‒ Ἐπίρρ. ἀπαλλακτικῶς ἔχειν = ἀπαλλαξείειν Διον. Ἁλ. περὶ Ῥητ. 11. 8. 1) κατάλληλος πρὸς θεραπείαν νόσων, Ἀριστ. Πρβλ. 31. 23.
Greek Monolingual
κ. απαλλαχτικός, -ή, -ό (Α ἀπαλλακτικός, -ή, -όν)
αυτός που έχει την ικανότητα ή την ισχύ να απαλλάξει κάποιον από κάτι («ἀπαλλακτικό βούλευμα», «ἀπαλλακτική απόφαση»)
αρχ.
κατάλληλος για θεραπευτική αγωγή.