ἀπαναγκάζω: Difference between revisions
Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (LSJ1 replacement) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=apanagkazo | |Transliteration C=apanagkazo | ||
|Beta Code=a)panagka/zw | |Beta Code=a)panagka/zw | ||
|Definition= | |Definition=[[force away]], τι ἀπό τινος Hp.''Art.''2; opp. [[προσαναγκάζω]], ib. 14; simply, = [[ἀναγκάζω]], ib.58, cf. Str.2.1.31, ''PFay.''122.18 (100 A.D.):—freq. as [[falsa lectio|f.l.]] for [[ἐπαναγκάζω]] as Plb.4.46.6, 5.24.1, Them.''Or.'' 33.367a. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[forzar a apartarse]] un hueso ἀπὸ τῶν πλευρέων Hp.<i>Art</i>.2, del brazo αἱ γὰρ ἐπιδέσιες οὐδέν τι μᾶλλον προσαναγκάζουσιν ἢ ἀπαναγκάζουσιν pues los vendajes no le fuerzan ni a aproximarse ni a apartarse</i> Hp.<i>Art</i>.14.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[verse forzado]] (σκέλος) συνυπουργέον γὰρ ἐκείνῳ ... ἀπαναγκάζεται εἶναι (la pierna sana) se ve obligada a ayudar a la otra</i> Hp.<i>Art</i>.58<br /><b class="num">•</b>[[resultar forzoso]] οὐδε γὰρ ὑπὸ μεγέθους ἀπηναγκάσθαι λέγοι ἄν no se podría decir que resulta forzoso por causa de las dimensiones</i> Str.2.1.31<br /><b class="num">•</b>de donde en v. act. [[obligar a]] c. inf. ἀποτῖσαι <i>PFay</i>.122.18 (I d.C.), βαδίσαι E.<i>Ep</i>.5.28. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπαναγκάζω''': μέλλ. -άσω, [[ἐπαναγκάζω]], ὑποτείνας τοὺς δακτύλους, ἀπαναγκάζοι ἀπὸ τῶν πλευρέων κτλ. Ἱππ. π. Ἄρθρ. 780· ἐν τῇ ἐκδόσει του Κühn ὑπάρχει τὸ ἁπλοῦν [[ῥῆμα]] ἀναγκάζοι, ἴδε ἔκδ. Λιττρ. τ. 4. σ. 82· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[προσαναγκάζω]], αἱ γὰρ ἐπιδέσιες οὐδέν τι [[μᾶλλον]] προσαναγκάζουσιν ἢ ἀπαναγκάζουσιν αὐτ. 792: ― συχν. ὡς ἐσφαλμ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ [[ἐπαναγκάζω]]. | |lstext='''ἀπαναγκάζω''': μέλλ. -άσω, [[ἐπαναγκάζω]], ὑποτείνας τοὺς δακτύλους, ἀπαναγκάζοι ἀπὸ τῶν πλευρέων κτλ. Ἱππ. π. Ἄρθρ. 780· ἐν τῇ ἐκδόσει του Κühn ὑπάρχει τὸ ἁπλοῦν [[ῥῆμα]] ἀναγκάζοι, ἴδε ἔκδ. Λιττρ. τ. 4. σ. 82· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[προσαναγκάζω]], αἱ γὰρ ἐπιδέσιες οὐδέν τι [[μᾶλλον]] προσαναγκάζουσιν ἢ ἀπαναγκάζουσιν αὐτ. 792: ― συχν. ὡς ἐσφαλμ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ [[ἐπαναγκάζω]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀπαναγκάζω]] (Α)<br />[[εξαναγκάζω]], [[υποχρεώνω]]. | |mltxt=[[ἀπαναγκάζω]] (Α)<br />[[εξαναγκάζω]], [[υποχρεώνω]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:47, 25 August 2023
English (LSJ)
force away, τι ἀπό τινος Hp.Art.2; opp. προσαναγκάζω, ib. 14; simply, = ἀναγκάζω, ib.58, cf. Str.2.1.31, PFay.122.18 (100 A.D.):—freq. as f.l. for ἐπαναγκάζω as Plb.4.46.6, 5.24.1, Them.Or. 33.367a.
Spanish (DGE)
1 forzar a apartarse un hueso ἀπὸ τῶν πλευρέων Hp.Art.2, del brazo αἱ γὰρ ἐπιδέσιες οὐδέν τι μᾶλλον προσαναγκάζουσιν ἢ ἀπαναγκάζουσιν pues los vendajes no le fuerzan ni a aproximarse ni a apartarse Hp.Art.14.
2 en v. med. verse forzado (σκέλος) συνυπουργέον γὰρ ἐκείνῳ ... ἀπαναγκάζεται εἶναι (la pierna sana) se ve obligada a ayudar a la otra Hp.Art.58
•resultar forzoso οὐδε γὰρ ὑπὸ μεγέθους ἀπηναγκάσθαι λέγοι ἄν no se podría decir que resulta forzoso por causa de las dimensiones Str.2.1.31
•de donde en v. act. obligar a c. inf. ἀποτῖσαι PFay.122.18 (I d.C.), βαδίσαι E.Ep.5.28.
German (Pape)
[Seite 277] zwingen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαναγκάζω: μέλλ. -άσω, ἐπαναγκάζω, ὑποτείνας τοὺς δακτύλους, ἀπαναγκάζοι ἀπὸ τῶν πλευρέων κτλ. Ἱππ. π. Ἄρθρ. 780· ἐν τῇ ἐκδόσει του Κühn ὑπάρχει τὸ ἁπλοῦν ῥῆμα ἀναγκάζοι, ἴδε ἔκδ. Λιττρ. τ. 4. σ. 82· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ προσαναγκάζω, αἱ γὰρ ἐπιδέσιες οὐδέν τι μᾶλλον προσαναγκάζουσιν ἢ ἀπαναγκάζουσιν αὐτ. 792: ― συχν. ὡς ἐσφαλμ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ ἐπαναγκάζω.