κυβίζω: Difference between revisions

294 bytes removed ,  25 August 2023
m
LSJ1 replacement
(3)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kyvizo
|Transliteration C=kyvizo
|Beta Code=kubi/zw
|Beta Code=kubi/zw
|Definition=(κύβος) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">make into a cube</b>, τὸ πλῆθος τῷ σχήματι Plu.2.979f; of numbers, <b class="b2">raise to the cube</b>, <span class="bibl">Hero <span class="title">Metr.</span>3.22</span>:—Pass., <span class="bibl">Procl.<span class="title">Hyp.</span>4.102</span>, <span class="title">Theol.Ar.</span>33; <b class="b2">to be multiplied</b>, <span class="bibl">Hippol.<span class="title">Haer.</span>1.2.10</span>.</span>
|Definition=([[κύβος]]) [[make into a cube]], τὸ πλῆθος τῷ σχήματι Plu.2.979f; of numbers, [[raise to the cube]], Hero ''Metr.''3.22:—Pass., Procl.''Hyp.''4.102, ''Theol.Ar.''33; to [[be multiplied]], Hippol.''Haer.''1.2.10.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1523.png Seite 1523]] zum Würfel machen; Plut. sagt von den Thunfischen ἀεὶ τὸ [[πλῆθος]] τῷ σχήματι κυβίζουσι καὶ στερεὸν ἐκ πάντων ποιοῦσιν, ἓξ ἴσοις ἐπιπέδοις περιεχόμενον, sie bilden einen Würfel mit ihrer ganzen Masse, de sol. anim. 29. – Eine Zahl in den Kubus erheben, Theolog. arithm.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1523.png Seite 1523]] zum Würfel machen; Plut. sagt von den Thunfischen ἀεὶ τὸ [[πλῆθος]] τῷ σχήματι κυβίζουσι καὶ στερεὸν ἐκ πάντων ποιοῦσιν, ἓξ ἴσοις ἐπιπέδοις περιεχόμενον, sie bilden einen Würfel mit ihrer ganzen Masse, de sol. anim. 29. – Eine Zahl in den Kubus erheben, Theolog. arithm.
}}
{{bailly
|btext=former <i>ou</i> figurer un cube.<br />'''Étymologie:''' [[κύβος]].
}}
{{elru
|elrutext='''κῠβίζω:''' [[образовывать куб]], [[принимать кубическую форму]] Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κῠβίζω''': μέλλ. -ίσω, ([[κύβος]]) ποιῶ τι εἰς [[σχῆμα]] κύβου, Πλούτ. 2. 979F· ― Παθ., ἀνυψοῦμαι εἰς τὸν κύβον, ἐπὶ ἀριθμῶν, Θεολ. Ἀριθμ. σ. 55.
|lstext='''κῠβίζω''': μέλλ. -ίσω, ([[κύβος]]) ποιῶ τι εἰς [[σχῆμα]] κύβου, Πλούτ. 2. 979F· ― Παθ., ἀνυψοῦμαι εἰς τὸν κύβον, ἐπὶ ἀριθμῶν, Θεολ. Ἀριθμ. σ. 55.
}}
{{bailly
|btext=former <i>ou</i> figurer un cube.<br />'''Étymologie:''' [[κύβος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />(AM [[κυβίζω]]) [[κύβος]]<br /><b>1.</b> [[δίνω]] σε [[κάτι]] [[σχήμα]] κύβου («ἀεὶ τὸ [[πλῆθος]] τῷ σχήματι κυβίζουσι καὶ στερεὸν ἐκ πάντων ποιοῡσιν ἕξ ἴσοις ἐπιπέδοις περιεχόμενοι», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[υψώνω]] αριθμό στον κύβο, στην [[τρίτη]] [[δύναμη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[συνάπτω]] [[μεταξύ]] τους [[πολλά]] ομοειδή αντικείμενα με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματιστεί από αυτά [[σωρός]] με τις διαστάσεις του κυβικού μέτρου ή μεγαλύτερος [[σωρός]], σχήματος ορθογωνίου ή τετραγώνου, διαιρετού σε κυβικά [[μέτρα]]<br /><b>2.</b> [[μετρώ]] έναν όγκο ή χώρο σε κυβικά [[μέτρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>παθ.</b> <i>κυβίζομαι</i><br />πολλαπλασιάζομαι.———————— <b>(II)</b><br />[[κυβίζω]] (Μ) [[κύβη]]<br />[[χαμηλώνω]] το [[κεφάλι]], [[σκύβω]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />(AM [[κυβίζω]]) [[κύβος]]<br /><b>1.</b> [[δίνω]] σε [[κάτι]] [[σχήμα]] κύβου («ἀεὶ τὸ [[πλῆθος]] τῷ σχήματι κυβίζουσι καὶ στερεὸν ἐκ πάντων ποιοῦσιν ἕξ ἴσοις ἐπιπέδοις περιεχόμενοι», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[υψώνω]] αριθμό στον κύβο, στην [[τρίτη]] [[δύναμη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[συνάπτω]] [[μεταξύ]] τους [[πολλά]] ομοειδή αντικείμενα με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματιστεί από αυτά [[σωρός]] με τις διαστάσεις του κυβικού μέτρου ή μεγαλύτερος [[σωρός]], σχήματος ορθογωνίου ή τετραγώνου, διαιρετού σε κυβικά [[μέτρα]]<br /><b>2.</b> [[μετρώ]] έναν όγκο ή χώρο σε κυβικά [[μέτρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>παθ.</b> <i>κυβίζομαι</i><br />πολλαπλασιάζομαι.<br /><b>(II)</b><br />[[κυβίζω]] (Μ) [[κύβη]]<br />[[χαμηλώνω]] το [[κεφάλι]], [[σκύβω]].
}}
{{elru
|elrutext='''κῠβίζω:''' образовывать куб, принимать кубическую форму Plut.
}}
}}