δικρατής: Difference between revisions
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+):" to "$1 $2:") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(10 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dikratis | |Transliteration C=dikratis | ||
|Beta Code=dikrath/s | |Beta Code=dikrath/s | ||
|Definition= | |Definition=δικρατές, [[holding joint authority]], δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι [[Sophocles|S.]]''[[Ajax|Aj.]]''252 (lyr.); <b class="b3">δικρατεῖς λόγχας στήσαντε</b> [[double-slaying]] spears, of Eteocles and Polynices, Id.''Ant.''145 (lyr.). | ||
}} | }} | ||
{{ | {{DGE | ||
| | |dgtxt=(δικρᾰτής) -ές<br />[[de igual fuerza o poder]] λόγχαι de las lanzas de Etéocles y Polinices, S.<i>Ant</i>.146, δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι los Atridas de igual poder, de poder compartido</i> S.<i>Ai</i>.252. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ής, ές :<br />dont la puissance est double <i>ou</i> se partage entre deux : δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι SOPH le couple souverain des Atrides ; δικρατεῖς λόγχαι SOPH les lances des chefs suprêmes des deux armées (Étéocle et Polynice) ; <i>sel. | |btext=ής, ές :<br />dont la puissance est double <i>ou</i> se partage entre deux : δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι SOPH le couple souverain des Atrides ; δικρατεῖς λόγχαι SOPH les lances des chefs suprêmes des deux armées (Étéocle et Polynice) ; <i>sel. d'autres</i> lances tenues à deux mains.<br />'''Étymologie:''' [[δίς]], [[κράτος]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{pape | ||
| | |ptext=ές, <i>doppelmächtig</i>; Ἀτρεῖδαι, d.i. <i>die zwei [[Herrscher]]</i>, Soph. <i>Aj</i>. 246; δικρατεῖς λόγχαι <i>Ant</i>. 145, nach dem Schol. = <i>[[zweischneidig]]</i>, od. [[richtiger]]: <i>doppelgewaltig</i>, ὅτι ἀλλήλους ἀπέκτειναν, nicht die mit beiden Händen geschwungenen, großen. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δικρᾰτής:'''<br /><b class="num">1</b> [[двоевластный]]: δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι Soph. оба властителя Атрида (т. е. Агамемнон и Менелай);<br /><b class="num">2</b> [[побеждающий или сразивший обоих]]: δικρατεῖς λόγχαι Soph. копья, победившие обоих (которыми Этеокл и Полиник убили друг друга). | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''δικρᾰτής''': -ές, πληθ., δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι, δύο ἡγεμόνες Α., Σοφ. Αἴ. 252· δικρατεῖς λόγχας στήσαντε, λόγχας διττῶς φονικάς, ἐπὶ τοῦ Ἐτεοκλέους καὶ Πολυνείκους, ὁ αὐτ. Ἀντ. 146· πρβλ. [[διπλόος]] Ι. 3, [[δίσκηπτρος]]. | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δικρατής]], -ές (Α)<br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> | |mltxt=[[δικρατής]], -ές (Α)<br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι» — οι δύο ηγεμόνες, οι δύο [[Ατρείδες]] που ασκούν την [[εξουσία]]<br /><b>2.</b> (για τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη) «δικρατεῖς λόγχας στήσαντε» — [[αφού]] ύψωσαν λόγχες με τις οποίες σκότωσε ο [[ένας]] τον [[άλλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>δι</i>- (<span style="color: red;"><</span> <i>δις</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>κρατής</i> <span style="color: red;"><</span> [[κράτος]] ([[πρβλ]]. [[ακρατής]], [[εγκρατής]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δικρᾰτής:''' -ές ([[κράτος]]), [[συγκυβερνήτης]] στην [[εξουσία]], σε Σοφ.· <i>δικρατεῖς λόγχαι</i>, λόγχες που σφάζουν διπλά, διπλά φονικές, λέγεται για τους Ετεοκλή και Πολυνείκη, στον ίδ. | |lsmtext='''δικρᾰτής:''' -ές ([[κράτος]]), [[συγκυβερνήτης]] στην [[εξουσία]], σε Σοφ.· <i>δικρατεῖς λόγχαι</i>, λόγχες που σφάζουν διπλά, διπλά φονικές, λέγεται για τους Ετεοκλή και Πολυνείκη, στον ίδ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=δι-κρᾰτής, ές <i>adj</i> [[κράτος]]<br />co-[[mate]] in [[power]], Soph.; δικρατεῖς λόγχαι [[double]]-[[slaying]] spears, Soph. | |mdlsjtxt=δι-κρᾰτής, ές <i>adj</i> [[κράτος]]<br />co-[[mate]] in [[power]], Soph.; δικρατεῖς λόγχαι [[double]]-[[slaying]] spears, Soph. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:55, 25 August 2023
English (LSJ)
δικρατές, holding joint authority, δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι S.Aj.252 (lyr.); δικρατεῖς λόγχας στήσαντε double-slaying spears, of Eteocles and Polynices, Id.Ant.145 (lyr.).
Spanish (DGE)
(δικρᾰτής) -ές
de igual fuerza o poder λόγχαι de las lanzas de Etéocles y Polinices, S.Ant.146, δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι los Atridas de igual poder, de poder compartido S.Ai.252.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
dont la puissance est double ou se partage entre deux : δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι SOPH le couple souverain des Atrides ; δικρατεῖς λόγχαι SOPH les lances des chefs suprêmes des deux armées (Étéocle et Polynice) ; sel. d'autres lances tenues à deux mains.
Étymologie: δίς, κράτος.
German (Pape)
ές, doppelmächtig; Ἀτρεῖδαι, d.i. die zwei Herrscher, Soph. Aj. 246; δικρατεῖς λόγχαι Ant. 145, nach dem Schol. = zweischneidig, od. richtiger: doppelgewaltig, ὅτι ἀλλήλους ἀπέκτειναν, nicht die mit beiden Händen geschwungenen, großen.
Russian (Dvoretsky)
δικρᾰτής:
1 двоевластный: δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι Soph. оба властителя Атрида (т. е. Агамемнон и Менелай);
2 побеждающий или сразивший обоих: δικρατεῖς λόγχαι Soph. копья, победившие обоих (которыми Этеокл и Полиник убили друг друга).
Greek (Liddell-Scott)
δικρᾰτής: -ές, πληθ., δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι, δύο ἡγεμόνες Α., Σοφ. Αἴ. 252· δικρατεῖς λόγχας στήσαντε, λόγχας διττῶς φονικάς, ἐπὶ τοῦ Ἐτεοκλέους καὶ Πολυνείκους, ὁ αὐτ. Ἀντ. 146· πρβλ. διπλόος Ι. 3, δίσκηπτρος.
Greek Monolingual
δικρατής, -ές (Α)
φρ.
1. «δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι» — οι δύο ηγεμόνες, οι δύο Ατρείδες που ασκούν την εξουσία
2. (για τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη) «δικρατεῖς λόγχας στήσαντε» — αφού ύψωσαν λόγχες με τις οποίες σκότωσε ο ένας τον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δι- (< δις) + -κρατής < κράτος (πρβλ. ακρατής, εγκρατής)].
Greek Monotonic
δικρᾰτής: -ές (κράτος), συγκυβερνήτης στην εξουσία, σε Σοφ.· δικρατεῖς λόγχαι, λόγχες που σφάζουν διπλά, διπλά φονικές, λέγεται για τους Ετεοκλή και Πολυνείκη, στον ίδ.
Middle Liddell
δι-κρᾰτής, ές adj κράτος
co-mate in power, Soph.; δικρατεῖς λόγχαι double-slaying spears, Soph.