ὑφάντης: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
m (Text replacement - ":<br />][[" to ":<br />[[")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yfantis
|Transliteration C=yfantis
|Beta Code=u(fa/nths
|Beta Code=u(fa/nths
|Definition=ου, ὁ, [[weaver]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">Phd.</span>87b</span>, <span class="bibl"><span class="title">R.</span> 369d</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pol.</span>1291a13</span>, <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">Ex.</span>26.1</span>, <span class="bibl"><span class="title">PCair.Zen.</span>80.10</span> (iii B. C.), etc.
|Definition=ὑφάντου, ὁ, [[weaver]], [[Plato|Pl.]]''[[Phaedo|Phd.]]'' 87b, ''R.'' 369d, Arist.''Pol.''1291a13, [[LXX]] ''Ex.''26.1, ''PCair.Zen.''80.10 (iii B. C.), etc.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Latest revision as of 11:06, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑφάντης Medium diacritics: ὑφάντης Low diacritics: υφάντης Capitals: ΥΦΑΝΤΗΣ
Transliteration A: hyphántēs Transliteration B: hyphantēs Transliteration C: yfantis Beta Code: u(fa/nths

English (LSJ)

ὑφάντου, ὁ, weaver, Pl.Phd. 87b, R. 369d, Arist.Pol.1291a13, LXX Ex.26.1, PCair.Zen.80.10 (iii B. C.), etc.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
tisserand.
Étymologie: ὑφαίνω.

German (Pape)

ὁ, der Weber, Plat. Phaed. 87b. und öfter, wie Folgde.

Russian (Dvoretsky)

ὑφάντης: ου ὁ ὑφαίνω ткач Plat., Arst., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ὑφάντης: -ου, ὁ, ὁ ὑφαίνων, Πλάτ. Φαίδρ. 87Β, Πολ. 369D, κ. ἀλλ.· ― ἐντεῦθεν ἐπὶ τῆς ἀράχνης, Βυζ.

Greek Monolingual

ὁ, θηλ. υφάντρια και υφάντρα, ΜΑ
βλ. υφαντής.
ο, θηλ. ὑφάντρια και υφάντρα / ὑφάντης, θηλ. ὑφάντρια και ὑφάντρα, ΝΜΑ, και τ. θηλ. φάντρα Ν υφαίνω
τεχνίτης ειδικός στην υφαντική
νεοελλ.
(το αρσ.) ζωολ. παλαιότερη ονομασία γένους στρουθιόμορφων πτηνών της Αφρικής
μσν.
(στο Βυζάντιο) μτφ. η αράχνη.

Greek Monotonic

ὑφάντης: -ου, ὁ (ὑφαίνω), υφαντής, σε Πλάτ.

Middle Liddell

ὑφάντης, ου, ὁ, ὑφαίνω
a weaver, Plat.