ὑπερφύεια: Difference between revisions
Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is
mNo edit summary |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=yperfyeia | |Transliteration C=yperfyeia | ||
|Beta Code=u(perfu/eia | |Beta Code=u(perfu/eia | ||
|Definition=[φῠ], ἡ, [[magnificence]], τῶν πυραμίδων | |Definition=[φῠ], ἡ, [[magnificence]], τῶν πυραμίδων ''OGI''666.26 (Egypt, i A. D.); [[excellency]], as a title, ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''135.12 (vi A. D.), etc.; cf. [[ὑπερφυΐα]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Latest revision as of 11:06, 25 August 2023
English (LSJ)
[φῠ], ἡ, magnificence, τῶν πυραμίδων OGI666.26 (Egypt, i A. D.); excellency, as a title, POxy.135.12 (vi A. D.), etc.; cf. ὑπερφυΐα.
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ ὑπερφυής
μσν.
(ως τιμητική προσφώνηση) εξοχότητα
αρχ.
(για τις πυραμίδες) το θαυμαστό, το μεγαλειώδες.
Translations
magnificence
Catalan: magnificència; Finnish: suurenmoisuus; Greek: λαμπρότητα, μεγαλείο, μεγαλοπρέπεια; Ancient Greek: ἀγλαΐα, ἀγλαΐη, διαπρέπεια, δόξα, δόξις, λαμπρότης, μεγαλειότης, μεγαλοεργία, μεγαλομοιρία, μεγαλοπραγμοσύνη, μεγαλοπρέπεια, μεγαλοπρεπείη, μεγαλοψυχία, παράστασις, περιφάνεια, σεμνότης, τὸ διαπρεπές, τὸ σεμνόν, ὑπερφύεια, φιλοτίμημα Latin: magnificentia; Malayalam: ഉജ്ജ്വലത; Maori: marutunatanga; Middle English: deynte; Portuguese: magnificência; Spanish: magnificencia