φθογγήεις: Difference between revisions
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
(12) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=fthoggieis | |Transliteration C=fthoggieis | ||
|Beta Code=fqoggh/eis | |Beta Code=fqoggh/eis | ||
|Definition= | |Definition=φθογγήεσσα, φθογγήεν, contr. [[φθογγῆς]], [[sounding]], Hdn.Gr.2.618, al.; <b class="b3">φωνήεντας καὶ φθογγήεντας</b>, of vowels, Nicom. ''Exc.''6. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''φθογγήεις''': εσσα, εν, συνῃρ. φθογγῆς, φθογγῆντος, ὁ ποιῶν φθόγγον, ἠχῶν, Α. Β. 1188. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-εσσα, -εν, και συνηρ. τ. φθογγῆς, -ῆντος, Α<br />αυτός που παράγει ήχο, που έχει [[φωνή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φθογγή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ήεις</i> ([[πρβλ]]. [[τολμήεις]]), <b>βλ. λ.</b> -<i>όεις</i>]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:07, 25 August 2023
English (LSJ)
φθογγήεσσα, φθογγήεν, contr. φθογγῆς, sounding, Hdn.Gr.2.618, al.; φωνήεντας καὶ φθογγήεντας, of vowels, Nicom. Exc.6.
Greek (Liddell-Scott)
φθογγήεις: εσσα, εν, συνῃρ. φθογγῆς, φθογγῆντος, ὁ ποιῶν φθόγγον, ἠχῶν, Α. Β. 1188.
Greek Monolingual
-εσσα, -εν, και συνηρ. τ. φθογγῆς, -ῆντος, Α
αυτός που παράγει ήχο, που έχει φωνή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φθογγή + κατάλ. -ήεις (πρβλ. τολμήεις), βλ. λ. -όεις].