σκοτερός: Difference between revisions

From LSJ

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source
(6_4)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=skoteros
|Transliteration C=skoteros
|Beta Code=skotero/s
|Beta Code=skotero/s
|Definition=ά, όν,= <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> σκότιος, ὄρφνη <span class="bibl">Orph.<span class="title">A.</span>1042</span> (s. v.l.).</span>
|Definition=ά, όν, = [[σκότιος]], ὄρφνη Orph.''A.''1042 ([[si vera lectio|s. v.l.]]).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκοτερός''': -ά, -όν, = [[σκότιος]], σκ. νὺξ Ὀρφ. Ἀργ. 1045· πρβλ. [[νύκτερος]] ἀντὶ [[νύχιος]], ζοφερὸς ἀντὶ [[ζόφιος]], [[δνοφερός]], κτλ.
|lstext='''σκοτερός''': -ά, -όν, = [[σκότιος]], σκ. νὺξ Ὀρφ. Ἀργ. 1045· πρβλ. [[νύκτερος]] ἀντὶ [[νύχιος]], ζοφερὸς ἀντὶ [[ζόφιος]], [[δνοφερός]], κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό, και ποιητ. τ. θηλ. σκοτερά, Ν<br />[[σκοτεινός]], [[σκότιος]] («ήτανε [[νύχτα]] σκοτερή στα ουράνια», Εφταλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκότος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ερός</i> ([[πρβλ]]. [[ζοφερός]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:49, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκοτερός Medium diacritics: σκοτερός Low diacritics: σκοτερός Capitals: ΣΚΟΤΕΡΟΣ
Transliteration A: skoterós Transliteration B: skoteros Transliteration C: skoteros Beta Code: skotero/s

English (LSJ)

ά, όν, = σκότιος, ὄρφνη Orph.A.1042 (s. v.l.).

German (Pape)

[Seite 905] = σκότιος, Otph. Arg. 1040 (vgl. νύκτερος, ζοφερός).

Greek (Liddell-Scott)

σκοτερός: -ά, -όν, = σκότιος, σκ. νὺξ Ὀρφ. Ἀργ. 1045· πρβλ. νύκτερος ἀντὶ νύχιος, ζοφερὸς ἀντὶ ζόφιος, δνοφερός, κτλ.

Greek Monolingual

-ή, -ό, και ποιητ. τ. θηλ. σκοτερά, Ν
σκοτεινός, σκότιος («ήτανε νύχτα σκοτερή στα ουράνια», Εφταλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκότος + επίθημα -ερός (πρβλ. ζοφερός)].