τριγλώχις: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
mNo edit summary
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=triglochis
|Transliteration C=triglochis
|Beta Code=triglw/xis
|Beta Code=triglw/xis
|Definition=ῑνος, ὁ, ἡ, [[three-barbed]], [[ὀϊστός]], [[ἰός]], <span class="bibl">Il.5.393</span>, <span class="bibl">11.507</span>; [[τριγλώχινα]] (''[[sc.]]'' [[Σικελίαν]]) <span class="bibl">Pi.<span class="title">Fr.</span>322</span>; <b class="b3">τ. ὑμένες</b> [[tricuspid]] valves of the heart, Erasistratei ap. Gal.5.548, <span class="bibl">Gal. <span class="title">UP</span>6.14</span>: in later writers with a neut. Subst., ἄορι τ. <span class="bibl">Call.<span class="title">Del.</span>31</span>; τ. τόξα Anon. ap. Suid.; βέλη τ. <span class="bibl">Paul.Aeg.6.88</span>.—The nom. form τριγλώχιν is cited from Simon. (<span class="title">Fr.</span>248) and from Call. (<span class="bibl"><span class="title">Fr.</span>382</span>( = <span class="title">Aet.Oxy.</span>2079.36)) by <span class="bibl">Choerob. <span class="title">in Theod.</span>1.267</span> H.
|Definition=ῑνος, ὁ, ἡ, [[three-barbed]], [[ὀϊστός]], [[ἰός]], Il.5.393, 11.507; [[τριγλώχινα]] (''[[sc.]]'' [[Σικελίαν]]) Pi.''Fr.''322; [[τριγλώχινες ὑμένες]] = [[tricuspid]] [[valve]]s of the [[heart]], Erasistratei ap. Gal.5.548, Gal. ''UP''6.14: in later writers with a neut. Subst., ἄορι τ. Call.''Del.''31; τ. τόξα Anon. ap. Suid.; βέλη τ. Paul.Aeg.6.88.—The nom. form τριγλώχιν is cited from Simon. (''Fr.''248) and from Call. (''Fr.''382(= ''Aet.Oxy.''2079.36)) by Choerob. ''in Theod.''1.267 H.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ινος (ὁ, ἡ, τό)<br /><i>pl.</i> ινες, ινες, ινα;<br />à trois pointes.<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], [[γλωχίς]].
|btext=ινος (ὁ, ἡ, τό)<br /><i>pl.</i> ινες, ινες, ινα;<br />[[à trois pointes]].<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], [[γλωχίς]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=τριγλώχις -ινος [τρι -, γλωχίς] met drie spitsen:. ὀιστῷ τριγλώχινι met een pijl met drie weerhaken Il. 5.393.
|elnltext=τριγλώχις -ινος [τρι -, γλωχίς] [[met drie spitsen]]:. ὀιστῷ τριγλώχινι met een pijl met drie weerhaken Il. 5.393.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τριγλώχῑς''': ῑνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων [[τρεῖς]] γλωχῖνας, δηλ. [[τρεῖς]] ἀκίδας, ὀϊστῷ τριγλώχινι, «[[τρεῖς]] ἀκίδας ἔχοντι», Ἰλ. Ε. 393˙ ἰῷ τριγλώχινι βαλὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον Λ. 507˙ τριγλώχινα (ἐξυπ. Σικελίαν) Πινδ. Ἀποσπ. 219˙ παρὰ μεταγεν. ποιηταῖς μετ’ οὐδ. ἐπιθ., ἄορι τρ. Καλλ. εἰς Δῆλ. 31˙ τρ. τριγώνῳ Νόνν. Δ. 6. 123˙ βέλη τρ. Παῦλ. Αἰγ.˙ - τρ. ὑμένες, αἱ valvolae tricuspides, βαλβῖδες τῆς καρδίας, Γαλην. - Ὁ [[τύπος]] τριγλώχιν μνημονεύεται ἐκ τοῦ Σιμωνίδου (Ἀποσπ. 250), ὑπὸ τοῦ Χοιροβ. ἐν τοῖς Α. Β. 1424. - Καθ’ Ἡσύχ.: «τριγλώχινι τριγώνῳ, [[τρεῖς]] γωνίας ἔχοντι».
|lstext='''τριγλώχῑς''': ῑνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων [[τρεῖς]] γλωχῖνας, δηλ. [[τρεῖς]] ἀκίδας, ὀϊστῷ τριγλώχινι, «[[τρεῖς]] ἀκίδας ἔχοντι», Ἰλ. Ε. 393˙ ἰῷ τριγλώχινι βαλὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον Λ. 507˙ τριγλώχινα (ἐξυπ. Σικελίαν) Πινδ. Ἀποσπ. 219˙ παρὰ μεταγεν. ποιηταῖς μετ’ οὐδ. ἐπιθ., ἄορι τρ. Καλλ. εἰς Δῆλ. 31˙ τρ. τριγώνῳ Νόνν. Δ. 6. 123˙ βέλη τρ. Παῦλ. Αἰγ.˙ - [[τριγλώχινες ὑμένες]], αἱ [[valvolae tricuspides]], βαλβῖδες τῆς καρδίας, Γαλην. - Ὁ [[τύπος]] τριγλώχιν μνημονεύεται ἐκ τοῦ Σιμωνίδου (Ἀποσπ. 250), ὑπὸ τοῦ Χοιροβ. ἐν τοῖς Α. Β. 1424. - Καθ’ Ἡσύχ.: «τριγλώχινι τριγώνῳ, [[τρεῖς]] γωνίας ἔχοντι».
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[τρι-]]γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ,<br />[[three]]-[[barbed]], Il.
|mdlsjtxt=[[τρι-]]γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ,<br />[[three]]-[[barbed]], Il.
}}
}}

Latest revision as of 08:27, 19 December 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριγλώχῑς Medium diacritics: τριγλώχις Low diacritics: τριγλώχις Capitals: ΤΡΙΓΛΩΧΙΣ
Transliteration A: triglṓchis Transliteration B: triglōchis Transliteration C: triglochis Beta Code: triglw/xis

English (LSJ)

ῑνος, ὁ, ἡ, three-barbed, ὀϊστός, ἰός, Il.5.393, 11.507; τριγλώχινα (sc. Σικελίαν) Pi.Fr.322; τριγλώχινες ὑμένες = tricuspid valves of the heart, Erasistratei ap. Gal.5.548, Gal. UP6.14: in later writers with a neut. Subst., ἄορι τ. Call.Del.31; τ. τόξα Anon. ap. Suid.; βέλη τ. Paul.Aeg.6.88.—The nom. form τριγλώχιν is cited from Simon. (Fr.248) and from Call. (Fr.382(= Aet.Oxy.2079.36)) by Choerob. in Theod.1.267 H.

French (Bailly abrégé)

ινος (ὁ, ἡ, τό)
pl. ινες, ινες, ινα;
à trois pointes.
Étymologie: τρεῖς, γλωχίς.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριγλώχις -ινος [τρι -, γλωχίς] met drie spitsen:. ὀιστῷ τριγλώχινι met een pijl met drie weerhaken Il. 5.393.

Greek Monolingual

-ινος, ὁ, ἡ, ΜΑ
βλ. τριγλώχιν.

Greek Monotonic

τριγλώχῑς: -ῖνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει τρεις ακίδες, σε Ομήρ. Ιλ.

Greek (Liddell-Scott)

τριγλώχῑς: ῑνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων τρεῖς γλωχῖνας, δηλ. τρεῖς ἀκίδας, ὀϊστῷ τριγλώχινι, «τρεῖς ἀκίδας ἔχοντι», Ἰλ. Ε. 393˙ ἰῷ τριγλώχινι βαλὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον Λ. 507˙ τριγλώχινα (ἐξυπ. Σικελίαν) Πινδ. Ἀποσπ. 219˙ παρὰ μεταγεν. ποιηταῖς μετ’ οὐδ. ἐπιθ., ἄορι τρ. Καλλ. εἰς Δῆλ. 31˙ τρ. τριγώνῳ Νόνν. Δ. 6. 123˙ βέλη τρ. Παῦλ. Αἰγ.˙ - τριγλώχινες ὑμένες, αἱ valvolae tricuspides, βαλβῖδες τῆς καρδίας, Γαλην. - Ὁ τύπος τριγλώχιν μνημονεύεται ἐκ τοῦ Σιμωνίδου (Ἀποσπ. 250), ὑπὸ τοῦ Χοιροβ. ἐν τοῖς Α. Β. 1424. - Καθ’ Ἡσύχ.: «τριγλώχινι τριγώνῳ, τρεῖς γωνίας ἔχοντι».

Middle Liddell

τρι-γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ,
three-barbed, Il.