στρατηγικός: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
(13_6a)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0951.png Seite 951]] dem Feldherrn oder zum Feldherrn gehörend, ihm geziemend, bes. geschickt zum Feldherrn, in der Feldherrnkunst erfahren; Plat. Ion 540 d Gorg. 455 c; Xen. Cyr. 8, 4, 7; ἔργα, die Werke, Pflichten des Feldherrn, 1, 6, 12; Oec. 20, 6; ἡ στρατηγική, sc. [[τέχνη]], die Feldherrnkunst, Plat. Polit. 304 e Soph. 227 h u. oft; [[δύναμις]], Pol. 1, 84, 6; [[πρόνοια]], 3, 105, 9; dah. auch = listig, εὖ γ' ἀνεῦρες αὐτὸ καὶ στρατηγικῶς, Ar. Av. 362; στρατηγικῶς ἕκαστα συλλογισάμενος, Pol. 11, 16, 5; πολιτικώτερον ἢ στρατηγικώτερον ὑπὲρ τῶν παρόντων ἐβουλεύσατο, 4, 19, 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0951.png Seite 951]] dem Feldherrn oder zum Feldherrn gehörend, ihm geziemend, bes. geschickt zum Feldherrn, in der Feldherrnkunst erfahren; Plat. Ion 540 d Gorg. 455 c; Xen. Cyr. 8, 4, 7; ἔργα, die Werke, Pflichten des Feldherrn, 1, 6, 12; Oec. 20, 6; ἡ στρατηγική, sc. [[τέχνη]], die Feldherrnkunst, Plat. Polit. 304 e Soph. 227 h u. oft; [[δύναμις]], Pol. 1, 84, 6; [[πρόνοια]], 3, 105, 9; dah. auch = listig, εὖ γ' ἀνεῦρες αὐτὸ καὶ στρατηγικῶς, Ar. Av. 362; στρατηγικῶς ἕκαστα συλλογισάμενος, Pol. 11, 16, 5; πολιτικώτερον ἢ στρατηγικώτερον ὑπὲρ τῶν παρόντων ἐβουλεύσατο, 4, 19, 5.
}}
{{ls
|lstext='''στρᾰτηγικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς στρατηγόν, [[πρᾶξις]] Πλάτ. Πολιτ. 304Ε· [[ἐπιστήμη]], [[δύναμις]] Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 1. 1, 2., 1. 6, 4, κτλ.· ἔργα Ξεν. Οἰκ. 20, 6· σκηνὴ Πλουτ. Λούκουλλ. 16· - ἡ στρατηγικὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]) [[στρατηγία]] ΙΙ, Πλάτ. Εὐθύδ. 290D, κτλ.· - οὕτω, τὰ στρατηγικὰ Ξεν. Κύρ. 1. 6, 12, Ἰσοκρ. 103C· [[ὡσαύτως]], [[πραγματεία]] περὶ στρατηγίας, Διογ. Λ. 5. 80. ΙΙ. ἀπὶ προσώπων, [[ἐπιτήδειος]] ἢ [[ἁρμόδιος]] εἰς στρατηγίαν, πεπειραμένος εἰς τὸ στρατηγεῖν καὶ πεπαιδευμένος, Πλάτ. Γοργ. 455C, Ξεν. Κύρ. 8. 4, 7, Ἀπομν. 1. 1, 8, κτλ. - Ἐπίρρ. -κῶς, εὖ καὶ στρ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 362· συγκρ. -ώτερον, Πολύβ. 10. 32, 7. 2) ἐν Ρώμῃ, [[πραιτωριανός]], Στράβ. 684, Πλουτ. Ὄθων 9.
}}
}}

Revision as of 09:32, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρᾰτηγικός Medium diacritics: στρατηγικός Low diacritics: στρατηγικός Capitals: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ
Transliteration A: stratēgikós Transliteration B: stratēgikos Transliteration C: stratigikos Beta Code: strathgiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of or for a general, πρᾶξις Pl.Plt.304e; [ἐπιστήμη] Arist.EN1096a32; [τέχνη] ib. 1094a9; ἔργα X.Oec.20.6; οἴκησις PPetr.3p.343 (iii B.C.); κατάλυσις BGU1767.6 (i B.C.); σκηνή Plu. Luc.16; μαχαιροφόρος PGen.31.14 (ii A.D.): ἡ -κή (sc. τέχνη),= στρατηγία 11, Pl.Euthd.290d, etc.: so τὰ σ. X.Cyr.1.6.12; also a treatise on strategy, D.L.5.80; σ. βιβλία Ael.Tact.1.2.    II of persons, suited or fitted for command, general-like, versed in generalship, Pl.Grg.455c, X.Mem.1.1.8, etc.: Sup., Id.Cyr.8.4.7, Phld.Mus. p.76 K. Adv. -κῶς, εὖ καὶ σ. Ar.Av.362: Comp. -ώτερον Plb. 10.32.7.    2 at Rome, praetorian, ἐπαρχία Str.14.6.6; οἱ σ., = milites praetoriani, Plu.Oth.9; σ. βῆμα tribunal praetorium, D.H.5.28.    b = praetorius, ex-praetor, SIG840 (Olympia, ii A.D.).

German (Pape)

[Seite 951] dem Feldherrn oder zum Feldherrn gehörend, ihm geziemend, bes. geschickt zum Feldherrn, in der Feldherrnkunst erfahren; Plat. Ion 540 d Gorg. 455 c; Xen. Cyr. 8, 4, 7; ἔργα, die Werke, Pflichten des Feldherrn, 1, 6, 12; Oec. 20, 6; ἡ στρατηγική, sc. τέχνη, die Feldherrnkunst, Plat. Polit. 304 e Soph. 227 h u. oft; δύναμις, Pol. 1, 84, 6; πρόνοια, 3, 105, 9; dah. auch = listig, εὖ γ' ἀνεῦρες αὐτὸ καὶ στρατηγικῶς, Ar. Av. 362; στρατηγικῶς ἕκαστα συλλογισάμενος, Pol. 11, 16, 5; πολιτικώτερον ἢ στρατηγικώτερον ὑπὲρ τῶν παρόντων ἐβουλεύσατο, 4, 19, 5.

Greek (Liddell-Scott)

στρᾰτηγικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς στρατηγόν, πρᾶξις Πλάτ. Πολιτ. 304Ε· ἐπιστήμη, δύναμις Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 1. 1, 2., 1. 6, 4, κτλ.· ἔργα Ξεν. Οἰκ. 20, 6· σκηνὴ Πλουτ. Λούκουλλ. 16· - ἡ στρατηγικὴ (ἐξυπακ. τέχνη) στρατηγία ΙΙ, Πλάτ. Εὐθύδ. 290D, κτλ.· - οὕτω, τὰ στρατηγικὰ Ξεν. Κύρ. 1. 6, 12, Ἰσοκρ. 103C· ὡσαύτως, πραγματεία περὶ στρατηγίας, Διογ. Λ. 5. 80. ΙΙ. ἀπὶ προσώπων, ἐπιτήδειοςἁρμόδιος εἰς στρατηγίαν, πεπειραμένος εἰς τὸ στρατηγεῖν καὶ πεπαιδευμένος, Πλάτ. Γοργ. 455C, Ξεν. Κύρ. 8. 4, 7, Ἀπομν. 1. 1, 8, κτλ. - Ἐπίρρ. -κῶς, εὖ καὶ στρ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 362· συγκρ. -ώτερον, Πολύβ. 10. 32, 7. 2) ἐν Ρώμῃ, πραιτωριανός, Στράβ. 684, Πλουτ. Ὄθων 9.