ἐγκαθίζω: Difference between revisions
οἱ τοῖς πέλας ἐπιβουλεύοντες, λανθάνουσι πολλὰκις ὑφ' ἑτέρων τοῦτ' αὐτὸ πάσχοντες → when people plot against their neighbours, they fall victim to the same sort of plot themselves
(13_6a) |
(6_12) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0703.png Seite 703]] (s. ἵζω), darauf setzen; εἰς τὸν [[θρόνον]] τινά, Plat. Rep. VIII, 553 c, wie im med., ἐγκαθιζόμενος ἐς [[θρόνον]], sich darauf setzend, Her. 5, 26; vgl. Ar. Eccl. 23; darin aufstellen, ἐγκαθίσαι [[ἄγαλμα]] Poll. 1, 11; vgl. ναῷ Κύπριδος ἐγκαθίσατο (v. l. ἐγκαθείσατο) Ἔρωτα Eur. Hipp. 31; ἐνεκάθισε στρατιὰν ἐν τοῖς τόποις, ließ es sich lagern, Pol. 16, 37, 4; – intrans., daraufsitzen, θρόνῳ Pind. P. 4, 153, wie Poll. 1, 209. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0703.png Seite 703]] (s. ἵζω), darauf setzen; εἰς τὸν [[θρόνον]] τινά, Plat. Rep. VIII, 553 c, wie im med., ἐγκαθιζόμενος ἐς [[θρόνον]], sich darauf setzend, Her. 5, 26; vgl. Ar. Eccl. 23; darin aufstellen, ἐγκαθίσαι [[ἄγαλμα]] Poll. 1, 11; vgl. ναῷ Κύπριδος ἐγκαθίσατο (v. l. ἐγκαθείσατο) Ἔρωτα Eur. Hipp. 31; ἐνεκάθισε στρατιὰν ἐν τοῖς τόποις, ließ es sich lagern, Pol. 16, 37, 4; – intrans., daraufsitzen, θρόνῳ Pind. P. 4, 153, wie Poll. 1, 209. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐγκαθίζω''': Ἰων. -[[κατίζω]]: μέλλ. Ἀττ. -ῐῶ, [[καθίζω]] τινὰ ἔν τινι τόπῳ ἢ [[ἐπάνω]] εἴς τι, εἰς [[θρόνον]] Πλάτ. Πολ. 553C. 2) ἐγκ. στρατιὰν ἐν χωρίῳ τινί, τοποθετῶ δύναμιν στρατιωτικὴν ἔν τινι τόπῳ, Πολύβ. 16. 37, 4: - [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. ἀορ. α΄, ναὸν ἐγκαθείσατο (κοινῶς ἐγκαθίσατο, ὡς ἐν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πολ. 5. 1, 2, ἐγκαθισάμενοι τὰ ὅπλα), ἵδρυσεν [[ἐκεῖ]] ναόν, Εὐρ. Ἱππ. 31. ΙΙ. ἀμετάβ. [[κάθημαι]] ἐντὸς ἢ ἐπί τινος, θρόνῳ Πινδ. Π. 4. 272· ἀλλ’ (ἐν τῷ μέσ.), ἐγκατίζεσθαι εἰς [[θρόνον]], καθίζομαι εἰς [[θρόνον]], Ἡρόδ. 5. 26. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:02, 5 August 2017
English (LSJ)
Ion. ἐγκατίζω,
A seat in or upon, εἰς θρόνον Pl.R.553c; ἐ. στρατιὰν ἐν τοῖς τόποις station a force in a place, Plb.16.37.4: aor. 1 Med., ναὸν ἐγκαθείσατο (vulg. ἐγκαθείσατο, cf. ἐγκαθισάμενοι τὰ ὅπλα v.l. in J.BJ5.1.2) founded a temple there, E. Hipp.31. 2 administer a sitz-bath to one, Sor.1.64, Herod.Med. ap.Orib.6.20.18, etc.:—Pass., Hp.Mul.1.35; also, to be used for such, Dsc.5.13,30. 3 cause to subside upon, τοῖς κοιλώμασι τὴν ὑπερκειμένην γῆν Lyd.Ost.53. II intr., sit in or upon, [θρόνῳ] Pi. P.4.153:—Med., ἐγκατίζεσθαι εἰς θρόνον take one's seat on... Hdt.5.26.
German (Pape)
[Seite 703] (s. ἵζω), darauf setzen; εἰς τὸν θρόνον τινά, Plat. Rep. VIII, 553 c, wie im med., ἐγκαθιζόμενος ἐς θρόνον, sich darauf setzend, Her. 5, 26; vgl. Ar. Eccl. 23; darin aufstellen, ἐγκαθίσαι ἄγαλμα Poll. 1, 11; vgl. ναῷ Κύπριδος ἐγκαθίσατο (v. l. ἐγκαθείσατο) Ἔρωτα Eur. Hipp. 31; ἐνεκάθισε στρατιὰν ἐν τοῖς τόποις, ließ es sich lagern, Pol. 16, 37, 4; – intrans., daraufsitzen, θρόνῳ Pind. P. 4, 153, wie Poll. 1, 209.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκαθίζω: Ἰων. -κατίζω: μέλλ. Ἀττ. -ῐῶ, καθίζω τινὰ ἔν τινι τόπῳ ἢ ἐπάνω εἴς τι, εἰς θρόνον Πλάτ. Πολ. 553C. 2) ἐγκ. στρατιὰν ἐν χωρίῳ τινί, τοποθετῶ δύναμιν στρατιωτικὴν ἔν τινι τόπῳ, Πολύβ. 16. 37, 4: - οὕτως ἐν τῷ μέσ. ἀορ. α΄, ναὸν ἐγκαθείσατο (κοινῶς ἐγκαθίσατο, ὡς ἐν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πολ. 5. 1, 2, ἐγκαθισάμενοι τὰ ὅπλα), ἵδρυσεν ἐκεῖ ναόν, Εὐρ. Ἱππ. 31. ΙΙ. ἀμετάβ. κάθημαι ἐντὸς ἢ ἐπί τινος, θρόνῳ Πινδ. Π. 4. 272· ἀλλ’ (ἐν τῷ μέσ.), ἐγκατίζεσθαι εἰς θρόνον, καθίζομαι εἰς θρόνον, Ἡρόδ. 5. 26.