σπάνις: Difference between revisions

From LSJ

Δὶς ἐξαμαρτεῖν ταὐτὸν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ → Qui sapit, eundem non bis errabit modum → Den selben Fehler zwei Mal macht kein kluger Mann

Menander, Monostichoi, 121
(13_5)
(6_10)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0916.png Seite 916]] ἡ, von Sachen, <b class="b2">Seltenheit</b>, das in geringer Anzahl Vorhandensein, <b class="b2">Mangel</b>; ὥςτε μὴ σπάνιν ποτὲ [[σχεῖν]] τοῦ βίου, Soph. O. R. 1461; O. C. 507; βίου, Eur. Hec. 12; ἀγαθῶν, Rhes. 245; βύβλων, Her. 5, 58; Thuc. 7, 60; ἀργυρίου [[σπάνις]] ἐστὶν ἐν πόλει, Lys. 19, 11; νομῆς, Plat, Legg. III, 679 a; ἐν σπάνει χρημάτων καταστήσειν, Dem. 19, 153; Pol. u. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0916.png Seite 916]] ἡ, von Sachen, <b class="b2">Seltenheit</b>, das in geringer Anzahl Vorhandensein, <b class="b2">Mangel</b>; ὥςτε μὴ σπάνιν ποτὲ [[σχεῖν]] τοῦ βίου, Soph. O. R. 1461; O. C. 507; βίου, Eur. Hec. 12; ἀγαθῶν, Rhes. 245; βύβλων, Her. 5, 58; Thuc. 7, 60; ἀργυρίου [[σπάνις]] ἐστὶν ἐν πόλει, Lys. 19, 11; νομῆς, Plat, Legg. III, 679 a; ἐν σπάνει χρημάτων καταστήσειν, Dem. 19, 153; Pol. u. Sp.
}}
{{ls
|lstext='''σπάνις''': ἡ, γεν. εως, δοτ. ει, Ἰων. ι· (ἴδε ἐν λ. [[πένομαι]])· ἐπὶ πραγμάτων, [[σπανιότης]], [[ὀλιγότης]], [[ἔλλειψις]], τόλμης Εὐρ. Ὀρ. 942· ἀνδρῶν Δημ. 779. 16· θηρίων Στράβ. 127· νεκύων Ἀνθ. Π. 9. 53· - οὐ [[σπάνις]] ... ἔχειν = οὐ σπάνιον, δὲν ὑπάρχει [[ἔλλειψις]] ἢ [[δυσκολία]] νά …, Εὐρ. Ι. Α. 1163· σπ. ἐστὶ τυχεῖν τινος, [[εἶναι]] σπάνιον [[πρᾶγμα]] νὰ ἐπιτύχῃ τις, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 52, 53· - ἀπολ., [[ἔλλειψις]], [[λιμός]], τροφὰς ἐν τῇ μεγάλῃ σπάνει παρέσχε Συλλ. Ἐπιγρ. 378· ἡ ... σπ. [[πρόχειρος]] εἰς τὸ δρᾶν κακά, ἡ [[ἔλλειψις]], ἡ [[πτωχεία]], Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 69. ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, τὸ μὴ ἔχειν, στερεῖσθαί τινος, [[μετὰ]] γενικ., ἐν σπάνι βύβλων Ἡρόδ. 5. 58· σπ. τοῦ βίου, ἡ [[πτωχεία]], Σοφ. Ο. Τ. 1461· βίου Εὐρ. Ἑκ. 12· ἢν δέ του σπάνιν τιν΄ ἴσχῃς Σοφ. Ο. Κ. 506, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 678D· σπ. τῶν ἀναγκαίων Ἀντιφῶν 125. 24· τῇ τῶν χρημάτων σπάνει Θουκ. 1. 142· ἀργυρίου Λυσ. 152 ἐν τέλ.· ἐν σπάνει χρημάτων Δημ. 389. 6.
}}
}}

Revision as of 10:54, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπάνις Medium diacritics: σπάνις Low diacritics: σπάνις Capitals: ΣΠΑΝΙΣ
Transliteration A: spánis Transliteration B: spanis Transliteration C: spanis Beta Code: spa/nis

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ, gen. εως, dat. ει, Ion. ι:—

   A scarcity, dearth, lack, τόλμης E.Or.942; ἀνδρῶν D.25.31; ὕδατος Arist.GA746b10, cf. LXX Ju.8.9; θηρίων Str.2.5.26; νεκύων AP9.53 (Nicod. or Bass.); οὐ σπάνις . . ἔχειν,= οὐ σπάνιον, there is no lack, no difficulty, in getting, E.IA1163; οὗ σ. ἀνδρὶ τυχεῖν which 'tis rare for a man to get, IG2.2753, cf. 3577: abs., dearth, τροφὰς ἐν τῇ μεγάλῃ σ. παρέσχε ib.3.687.    II unsatisfied need, want, c. gen., ἐν σπάνι βύβλων Hdt.5.58; σ. σχεῖν τοῦ βίου poverty, S.OT1461; βίου E.Hec.12; ἢν δέ του σπάνιν τιν' ἴσχῃς S.OC506, cf. Pl.Lg.678d; σ. τῶν ἀναγκαίων Antipho 4.1.2; τῇ τῶν χρημάτων σ. Th.1.142; ἀργυρίου Lys.19.11; ἡ . . σ. πρόχειρος εἰς τὸ δρᾶν κακά want, poverty, Philem.157.    2 craving, defined as ἐπιθυμία ἀτελής, Stoic.3.97; ἐν σ. χρημάτων D.19.153, cf. Phld.Lib.p.45 O.

German (Pape)

[Seite 916] ἡ, von Sachen, Seltenheit, das in geringer Anzahl Vorhandensein, Mangel; ὥςτε μὴ σπάνιν ποτὲ σχεῖν τοῦ βίου, Soph. O. R. 1461; O. C. 507; βίου, Eur. Hec. 12; ἀγαθῶν, Rhes. 245; βύβλων, Her. 5, 58; Thuc. 7, 60; ἀργυρίου σπάνις ἐστὶν ἐν πόλει, Lys. 19, 11; νομῆς, Plat, Legg. III, 679 a; ἐν σπάνει χρημάτων καταστήσειν, Dem. 19, 153; Pol. u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σπάνις: ἡ, γεν. εως, δοτ. ει, Ἰων. ι· (ἴδε ἐν λ. πένομαι)· ἐπὶ πραγμάτων, σπανιότης, ὀλιγότης, ἔλλειψις, τόλμης Εὐρ. Ὀρ. 942· ἀνδρῶν Δημ. 779. 16· θηρίων Στράβ. 127· νεκύων Ἀνθ. Π. 9. 53· - οὐ σπάνις ... ἔχειν = οὐ σπάνιον, δὲν ὑπάρχει ἔλλειψιςδυσκολία νά …, Εὐρ. Ι. Α. 1163· σπ. ἐστὶ τυχεῖν τινος, εἶναι σπάνιον πρᾶγμα νὰ ἐπιτύχῃ τις, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 52, 53· - ἀπολ., ἔλλειψις, λιμός, τροφὰς ἐν τῇ μεγάλῃ σπάνει παρέσχε Συλλ. Ἐπιγρ. 378· ἡ ... σπ. πρόχειρος εἰς τὸ δρᾶν κακά, ἡ ἔλλειψις, ἡ πτωχεία, Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 69. ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, τὸ μὴ ἔχειν, στερεῖσθαί τινος, μετὰ γενικ., ἐν σπάνι βύβλων Ἡρόδ. 5. 58· σπ. τοῦ βίου, ἡ πτωχεία, Σοφ. Ο. Τ. 1461· βίου Εὐρ. Ἑκ. 12· ἢν δέ του σπάνιν τιν΄ ἴσχῃς Σοφ. Ο. Κ. 506, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 678D· σπ. τῶν ἀναγκαίων Ἀντιφῶν 125. 24· τῇ τῶν χρημάτων σπάνει Θουκ. 1. 142· ἀργυρίου Λυσ. 152 ἐν τέλ.· ἐν σπάνει χρημάτων Δημ. 389. 6.