χρηστηριάζω: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
(6_13b)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χρηστηριάζω''': μέλλ. -άσω, ὡς τὸ [[χράω]] (Γ). Α, δίδω χρησμούς, [[προφητεύω]], τινί Στράβ. 422. ΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ὡς τὸ [[χράομαι]], [[λαμβάνω]] [[χρησμός]], συμβουλεύομαι τὸ [[μαντεῖον]], Ἡρόδ. 1. 55· χρηστηριάζεσθαι ἐν Δελφοῖς 1. 66. πρβλ. 91· χρηστ. θεῷ, ἐρωτῶ θεόν, ὡς τὸ χρήσασθαι θεῷ 7. 178· ἱροῖσι χρηστηρ., διὰ τῆς ἐξετάσεως τῶν, θυμάτων 8. 134· [[οὕτως]], αἰξὶ [[μάλιστα]] χρ. Διόδ. 16. 26· χρ. ἐπί τινι, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἡρόδ. 1. 66· [[περί]] τινος, ὡς πρό, τι, ὁ αὐτ. 2. 52· χρ. εἶ.., ἐρωτῶ τὸ [[μαντεῖον]] ἂν …, ὁ αὐτ. 5. 67.
|lstext='''χρηστηριάζω''': μέλλ. -άσω, ὡς τὸ [[χράω]] (Γ). Α, δίδω χρησμούς, [[προφητεύω]], τινί Στράβ. 422. ΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ὡς τὸ [[χράομαι]], [[λαμβάνω]] [[χρησμός]], συμβουλεύομαι τὸ [[μαντεῖον]], Ἡρόδ. 1. 55· χρηστηριάζεσθαι ἐν Δελφοῖς 1. 66. πρβλ. 91· χρηστ. θεῷ, ἐρωτῶ θεόν, ὡς τὸ χρήσασθαι θεῷ 7. 178· ἱροῖσι χρηστηρ., διὰ τῆς ἐξετάσεως τῶν, θυμάτων 8. 134· [[οὕτως]], αἰξὶ [[μάλιστα]] χρ. Διόδ. 16. 26· χρ. ἐπί τινι, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἡρόδ. 1. 66· [[περί]] τινος, ὡς πρό, τι, ὁ αὐτ. 2. 52· χρ. εἶ.., ἐρωτῶ τὸ [[μαντεῖον]] ἂν …, ὁ αὐτ. 5. 67.
}}
{{bailly
|btext=rendre un oracle, prophétiser;<br /><i><b>Moy.</b></i> χρηστηριάζομαι consulter un oracle : [[περί]] τινος <i>ou</i> [[ἐπί]] τινι, au sujet de qch ; θεῷ HDT consulter un dieu ; ἱροῖσι HDT consulter l’oracle en offrant des sacrifices.<br />'''Étymologie:''' [[χρηστήριος]].
}}
}}

Revision as of 20:12, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρηστηριάζω Medium diacritics: χρηστηριάζω Low diacritics: χρηστηριάζω Capitals: ΧΡΗΣΤΗΡΙΑΖΩ
Transliteration A: chrēstēriázō Transliteration B: chrēstēriazō Transliteration C: christiriazo Beta Code: xrhsthria/zw

English (LSJ)

   A give oracles, prophesy, τισι Ephor.31(b) J.; χ. τάδε πρὸς τὴν ἐρώτησιν SIG557.6 (Magn.Mae., iii B. C.).    II mostly in Med. (fut. -άσομαι Theopomp.Hist.314), consult an oracle, Hdt.1.55; χρηστηριάζεσθαι ἐν Δελφοῖσι ἐπί τινι ib.66; χ. θεῷ consult a god, Id.7.178; ἱροῖσι χ. by means of victims, Id.8.134; αἰξὶ μάλιστα χ. D.S. 16.26; περί τινος respecting something, Hdt.2.52; χ. εἰ . . to as the oracle whether... Id.5.67; εἰς ἥντινα παρέσονται χώραν Ant.Lib.8.2:—aor. Pass., τῶν βουλομένων -ασθῆναι IG9(2).1109.34 (thessaly, ii/i B. C.).

German (Pape)

[Seite 1375] Orakel geben, ertheilen, prophezeihen; gew. im med., sich ein Orakel geben lassen, das Orakel befragen, Her. 1, 55; ἐν Δελφοῖς, ἐν Ὀλυμπίᾳ u. vgl., 1, 66. 91 u. öfter; θεῷ, bei einem Gotte anfragen, 7, 178; ἱροῖσι χρηστηριάζεσθαι, ein Opfer befragen, Her. 8, 134; περί τινος, um Etwas, 2, 50; αἰξί D. Sic. 16, 26, u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

χρηστηριάζω: μέλλ. -άσω, ὡς τὸ χράω (Γ). Α, δίδω χρησμούς, προφητεύω, τινί Στράβ. 422. ΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ὡς τὸ χράομαι, λαμβάνω χρησμός, συμβουλεύομαι τὸ μαντεῖον, Ἡρόδ. 1. 55· χρηστηριάζεσθαι ἐν Δελφοῖς 1. 66. πρβλ. 91· χρηστ. θεῷ, ἐρωτῶ θεόν, ὡς τὸ χρήσασθαι θεῷ 7. 178· ἱροῖσι χρηστηρ., διὰ τῆς ἐξετάσεως τῶν, θυμάτων 8. 134· οὕτως, αἰξὶ μάλιστα χρ. Διόδ. 16. 26· χρ. ἐπί τινι, διά τι πρᾶγμα, Ἡρόδ. 1. 66· περί τινος, ὡς πρό, τι, ὁ αὐτ. 2. 52· χρ. εἶ.., ἐρωτῶ τὸ μαντεῖον ἂν …, ὁ αὐτ. 5. 67.

French (Bailly abrégé)

rendre un oracle, prophétiser;
Moy. χρηστηριάζομαι consulter un oracle : περί τινος ou ἐπί τινι, au sujet de qch ; θεῷ HDT consulter un dieu ; ἱροῖσι HDT consulter l’oracle en offrant des sacrifices.
Étymologie: χρηστήριος.