pago: Difference between revisions

From LSJ

Ἄνθρωπος ὢν ἥμαρτον· οὐ θαυμαστέον → Being human I made a mistake; there is nothing remarkable about it.

Menander, Fragmenta, 499
(6_11)
 
(2)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Lewis
{{Lewis
|lshtext=<b>pago</b>: ĕre, v. [[pango]]<br /><b>I</b> init.
|lshtext=<b>pago</b>: ĕre, v. [[pango]]<br /><b>I</b> init.
}}
{{Gaffiot
|gf=<b>păgō</b>, v. [[pango]].
}}
{{Georges
|georg=pago, ere, s. [[pango]]a. E.
}}
{{esel
|sltx=[[ἀρίθμησις]], [[ἀνταπόδοσις]], [[εἶδος]], [[εἰσφορά]], [[ἐκτίμησις]], [[ἀμοιβή]], [[ἐμπολή]], [[ἀντικατάλλαγμα]], [[ἔκτισις]], [[ἀναπλήρωσις]], [[δόμα]], [[διόρθωσις]], [[ἀπόδομα]], [[ἔκδοσις]], [[διαγραφή]], [[ἀντικαταλλαγή]], [[ἐνθρονιαστικός]], [[ἔκτισμα]], [[ἄμειψις]], [[ἀνταμοιβή]], [[βολή]], [[ἀποσυμβιβασμός]], [[ἄλλαγμα]], [[ἀναμέτρησις]], [[ἀντιμέτρησις]], [[ἀναφορά]], [[ἀντάμειψις]], [[διευλύτησις]], [[διευλύτωσις]], [[ἀνταπόδομα]], [[ἀντιμισθία]], [[ἀποφορά]], [[διεκβολή]], [[ἔμβλημα]], [[ἀποπλήρωσις]], [[ἀντίμισθος]], [[ἀπαγωγή]], [[εἴσπραξις]], [[ἀντιδιαγραφή]], [[ἀποκατάστασις]], [[ἀπόδοσις]], [[διάλυσις]]
}}
}}

Latest revision as of 06:54, 22 August 2017

Latin > English (Lewis & Short)

pago: ĕre, v. pango
I init.

Latin > French (Gaffiot 2016)

păgō, v. pango.

Latin > German (Georges)

pago, ere, s. pangoa. E.

Spanish > Greek

ἀρίθμησις, ἀνταπόδοσις, εἶδος, εἰσφορά, ἐκτίμησις, ἀμοιβή, ἐμπολή, ἀντικατάλλαγμα, ἔκτισις, ἀναπλήρωσις, δόμα, διόρθωσις, ἀπόδομα, ἔκδοσις, διαγραφή, ἀντικαταλλαγή, ἐνθρονιαστικός, ἔκτισμα, ἄμειψις, ἀνταμοιβή, βολή, ἀποσυμβιβασμός, ἄλλαγμα, ἀναμέτρησις, ἀντιμέτρησις, ἀναφορά, ἀντάμειψις, διευλύτησις, διευλύτωσις, ἀνταπόδομα, ἀντιμισθία, ἀποφορά, διεκβολή, ἔμβλημα, ἀποπλήρωσις, ἀντίμισθος, ἀπαγωγή, εἴσπραξις, ἀντιδιαγραφή, ἀποκατάστασις, ἀπόδοσις, διάλυσις