основание: Difference between revisions
From LSJ
Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master
(4) |
mNo edit summary |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἵδρυμα]], [[ὑπόστασις]], [[πυθμήν]], [[κατοίκισις]], [[κατοικία]], [[ἀφορμή]], [[ῥίζα]], [[πρύμνα]], [[πρύμνη]], [[θεμέλιος]], [[πρυμνόν]], [[πέζα]], [[ἑδώλιον]], [[ἐπίγαιος]], [[ἀρχή]], [[ἀρχά]], [[πρέμνον]], [[ἔρεισμα]], [[θέμεθλα]], [[ὑπόθεμα]], [[ἔδαφος]], [[πυργοῦχος]], [[οἰκισμός]], [[κτίσις]], [[ὑποστάθμη]], [[βάθρον]], [[ὑπέρεισμα]], [[ἕρμα]], [[ὑπόβαθρον]], [[σκῆψις]], [[πτέρνα]], [[πτέρνη]], [[κρηπίς]], [[καταβολή]], [[βάσις]] | |rueltext=[[ἕδρα]], [[ἕδρη]], [[ἀπόβασις]], [[ὑποβολή]], [[ἵδρυμα]], [[ὑπόστασις]], [[πυθμήν]], [[κατοίκισις]], [[κατοικία]], [[ἀφορμή]], [[ῥίζα]], [[πρύμνα]], [[πρύμνη]], [[θεμέλιος]], [[πρυμνόν]], [[πέζα]], [[ἑδώλιον]], [[ἐπίγαιος]], [[ἀρχή]], [[ἀρχά]], [[πρέμνον]], [[ἔρεισμα]], [[θέμεθλα]], [[ὑπόθεμα]], [[ἔδαφος]], [[πυργοῦχος]], [[οἰκισμός]], [[κτίσις]], [[ὑποστάθμη]], [[βάθρον]], [[ὑπέρεισμα]], [[ἕρμα]], [[ὑπόβαθρον]], [[σκῆψις]], [[πτέρνα]], [[πτέρνη]], [[κρηπίς]], [[καταβολή]], [[βάσις]], [[αἰτία]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 06:19, 5 May 2023
Russian > Greek
ἕδρα, ἕδρη, ἀπόβασις, ὑποβολή, ἵδρυμα, ὑπόστασις, πυθμήν, κατοίκισις, κατοικία, ἀφορμή, ῥίζα, πρύμνα, πρύμνη, θεμέλιος, πρυμνόν, πέζα, ἑδώλιον, ἐπίγαιος, ἀρχή, ἀρχά, πρέμνον, ἔρεισμα, θέμεθλα, ὑπόθεμα, ἔδαφος, πυργοῦχος, οἰκισμός, κτίσις, ὑποστάθμη, βάθρον, ὑπέρεισμα, ἕρμα, ὑπόβαθρον, σκῆψις, πτέρνα, πτέρνη, κρηπίς, καταβολή, βάσις, αἰτία