περιοδεία: Difference between revisions
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος (Κατὰ Ἰωάννην 1:1) → In the beginning was the Word, and the Word was with God, and the Word was God.
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=periodeia | |Transliteration C=periodeia | ||
|Beta Code=periodei/a | |Beta Code=periodei/a | ||
|Definition=or | |Definition=or [[περιοδία]], ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[going round]], [[circuit]], Str.8.6.3,9.3.1.<br><span class="bld">2</span> [[patrolling]], [[rounds]], Aen.Tact.1.1 (pl.), al.<br><span class="bld">II</span> [[going through]] a subject, [[diligent study]], Epicur.''Ep.''1p.4U.: pl., ib.p.32 U.; π. φυσική Phld. ''Rh.''2.53 S.<br><span class="bld">2</span> medical [[practice]], [[routine]], <b class="b3">ἐν π.</b> Gal.17(1).518; κατὰ τὴν π. ἐν Ῥώμη Id.14.295. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0584.png Seite 584]] ἡ, das Herumreisen, Herumgehen, der Umweg, Sp., wie Strab. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0584.png Seite 584]] ἡ, das Herumreisen, Herumgehen, der Umweg, Sp., wie Strab. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />voyage <i>ou</i> exploration autour ; <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> [[tournée de patrouille]], [[ronde]];<br /><b>2</b> action de parcourir un pays, un livre, <i>etc.</i>, pour étudier.<br />'''Étymologie:''' [[περιοδεύω]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περιοδεία:''' ἡ [[прохождение]], [[изучение]] Diog. L. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιοδεία''': ἢ -οδία (οὐχὶ ὀρθῶς), ἡ τὸ περιοδεύειν, Στράβ. 369, 417, Γαλην. 2) [[περιπόλησις]], [[κατόπτευσις]], Αἰν. Τακτ. 22. 26. ΙΙ. ἐμβριθὴς [[μελέτη]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 83. ΙΙΙ. ἰατρικὴ [[θεραπεία]], Ἐκκλ. | |lstext='''περιοδεία''': ἢ -οδία (οὐχὶ ὀρθῶς), ἡ τὸ περιοδεύειν, Στράβ. 369, 417, Γαλην. 2) [[περιπόλησις]], [[κατόπτευσις]], Αἰν. Τακτ. 22. 26. ΙΙ. ἐμβριθὴς [[μελέτη]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 83. ΙΙΙ. ἰατρικὴ [[θεραπεία]], Ἐκκλ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και, εσφ. τ., [[περιοδία]], η, ΝΜΑ [[περιοδεύω]]<br />η [[μετακίνηση]] από [[τόπο]] σε [[τόπο]] για ορισμένο σκοπό (α. «προεκλογική [[περιοδεία]]» β. «[[περιοδεία]] για [[επιθεώρηση]] μονάδων»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «καλλιτεχνική [[περιοδεία]]» — [[μετάβαση]] καλλιτέχνη, ομάδας καλλιτεχνών, θιάσων κ.ά. καλλιτεχνικών συγκροτημάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] για εμφανίσεις ενώπιον του κοινού, [[τουρνέ]] | |mltxt=και, εσφ. τ., [[περιοδία]], η, ΝΜΑ [[περιοδεύω]]<br />η [[μετακίνηση]] από [[τόπο]] σε [[τόπο]] για ορισμένο σκοπό (α. «προεκλογική [[περιοδεία]]» β. «[[περιοδεία]] για [[επιθεώρηση]] μονάδων»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «καλλιτεχνική [[περιοδεία]]» — [[μετάβαση]] καλλιτέχνη, ομάδας καλλιτεχνών, θιάσων κ.ά. καλλιτεχνικών συγκροτημάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] για εμφανίσεις ενώπιον του κοινού, [[τουρνέ]]·|| (μνσ.-αρχ.)<br /><b>1.</b> ιατρική [[φροντίδα]], [[θεραπεία]]<br /><b>2.</b> η περιοδική [[κίνηση]] τών ουράνιων σωμάτων<br /><b>3.</b> η [[μετακίνηση]] του επισκόπου για να επισκεφθεί τις ενορίες του<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> προσεκτική [[εξέταση]], [[εμβριθής]] [[μελέτη]]<br /><b>2.</b> [[κατόπτευση]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''περιοδεία:''' ή -[[οδία]], ἡ ([[ὁδός]]), [[περιοδεία]], κυκλική [[διαδρομή]], σε Στράβ. | |lsmtext='''περιοδεία:''' ή -[[οδία]], ἡ ([[ὁδός]]), [[περιοδεία]], κυκλική [[διαδρομή]], σε Στράβ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=περι-οδεία, ορ -οδία, ἡ, [[ὁδός]]<br />a [[circuit]], Strab. | |mdlsjtxt=περι-οδεία, ορ -οδία, ἡ, [[ὁδός]]<br />a [[circuit]], Strab. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:27, 25 August 2023
English (LSJ)
or περιοδία, ἡ,
A going round, circuit, Str.8.6.3,9.3.1.
2 patrolling, rounds, Aen.Tact.1.1 (pl.), al.
II going through a subject, diligent study, Epicur.Ep.1p.4U.: pl., ib.p.32 U.; π. φυσική Phld. Rh.2.53 S.
2 medical practice, routine, ἐν π. Gal.17(1).518; κατὰ τὴν π. ἐν Ῥώμη Id.14.295.
German (Pape)
[Seite 584] ἡ, das Herumreisen, Herumgehen, der Umweg, Sp., wie Strab.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
voyage ou exploration autour ; particul. :
1 tournée de patrouille, ronde;
2 action de parcourir un pays, un livre, etc., pour étudier.
Étymologie: περιοδεύω.
Russian (Dvoretsky)
περιοδεία: ἡ прохождение, изучение Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
περιοδεία: ἢ -οδία (οὐχὶ ὀρθῶς), ἡ τὸ περιοδεύειν, Στράβ. 369, 417, Γαλην. 2) περιπόλησις, κατόπτευσις, Αἰν. Τακτ. 22. 26. ΙΙ. ἐμβριθὴς μελέτη, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 83. ΙΙΙ. ἰατρικὴ θεραπεία, Ἐκκλ.
Greek Monolingual
και, εσφ. τ., περιοδία, η, ΝΜΑ περιοδεύω
η μετακίνηση από τόπο σε τόπο για ορισμένο σκοπό (α. «προεκλογική περιοδεία» β. «περιοδεία για επιθεώρηση μονάδων»)
νεοελλ.
φρ. «καλλιτεχνική περιοδεία» — μετάβαση καλλιτέχνη, ομάδας καλλιτεχνών, θιάσων κ.ά. καλλιτεχνικών συγκροτημάτων από τόπο σε τόπο για εμφανίσεις ενώπιον του κοινού, τουρνέ·
Greek Monotonic
περιοδεία: ή -οδία, ἡ (ὁδός), περιοδεία, κυκλική διαδρομή, σε Στράβ.