Ὀλυμπικός: Difference between revisions
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
(CSV import) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Olympikos | |Transliteration C=Olympikos | ||
|Beta Code=*)olumpiko/s | |Beta Code=*)olumpiko/s | ||
|Definition= | |Definition=Ὀλυμπική, Ὀλυμπικόν,<br><span class="bld">A</span> [[of Olympus]], ἐσβολή [[Herodotus|Hdt.]]7.172; ὑπώρεια Plu.''Aem.''13.<br><span class="bld">2</span> [[of Olympia]], [[Olympic]], <b class="b3">ὁ Ὀ. ἀγών</b> the ''Olympic'' games, Th.1.6, Ar.''Pl.''583; <b class="b3">ὁ Ὀ. λόγος</b> title of work by Gorgias (''Fr.'' 7): <b class="b3">-κός, ὁ,</b> name of a month in Elis, ''Inscr.Olymp.''8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />[[d'Olympie]].<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλυμπία]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Ὀλυμπικός:''' ион. Οὐλυμπικός 3 олимпийский Her., Plut. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Ὀλυμπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ὄλυμπον, ἐσβολή, Ἡρόδ. 7. 172. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὰ [[Ὀλύμπια]], ὁ Ὀλ. [[ἀγών]], οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, Ἀριστοφ. Πλ. 583. | |lstext='''Ὀλυμπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ὄλυμπον, ἐσβολή, Ἡρόδ. 7. 172. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὰ [[Ὀλύμπια]], ὁ Ὀλ. [[ἀγών]], οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, Ἀριστοφ. Πλ. 583. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Ὀλυμπικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> αναφερόμενο στην [[Ολυμπία]], ὁ Ὀλυμπικὸς [[ἀγών]], οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ. | |lsmtext='''Ὀλυμπικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> αναφερόμενο στην [[Ολυμπία]], ὁ Ὀλυμπικὸς [[ἀγών]], οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Latest revision as of 12:05, 4 September 2023
English (LSJ)
Ὀλυμπική, Ὀλυμπικόν,
A of Olympus, ἐσβολή Hdt.7.172; ὑπώρεια Plu.Aem.13.
2 of Olympia, Olympic, ὁ Ὀ. ἀγών the Olympic games, Th.1.6, Ar.Pl.583; ὁ Ὀ. λόγος title of work by Gorgias (Fr. 7): -κός, ὁ, name of a month in Elis, Inscr.Olymp.8.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
d'Olympie.
Étymologie: Ὀλυμπία.
Russian (Dvoretsky)
Ὀλυμπικός: ион. Οὐλυμπικός 3 олимпийский Her., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
Ὀλυμπικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ὄλυμπον, ἐσβολή, Ἡρόδ. 7. 172. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὰ Ὀλύμπια, ὁ Ὀλ. ἀγών, οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, Ἀριστοφ. Πλ. 583.
Greek Monotonic
Ὀλυμπικός: -ή, -όν,
1. αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.
2. αναφερόμενο στην Ολυμπία, ὁ Ὀλυμπικὸς ἀγών, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.
Middle Liddell
Ὀλυμπικός, ή, όν
1. of Olympus, Hdt.
2. of Olympia, Olympic, ὁ Ὀλ. ἀγών the Olympic games, Ar.