εὔπλοια: Difference between revisions

From LSJ

κρυπτάδια φρονέοντα δικαζέμενharbour secret counsels

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "S.''OT''" to "S.''OT''")
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eyploia
|Transliteration C=eyploia
|Beta Code=eu)/ploia
|Beta Code=eu)/ploia
|Definition=poet. εὐ-οΐη, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[a fair voyage]], εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ… ἐννοσίγαιος <span class="bibl">Il.9.362</span>; εὔπλοιαν ἔπραξαν <span class="bibl">A.<span class="title">Supp.</span> 1045</span> (lyr.); εὐπλοίας τυχών <span class="bibl">S.<span class="title">OT</span>423</span>, etc. ([[εὐπλοΐη]] is required by the metre in <span class="title">AP</span>9.9 (Polyaen.), <span class="bibl">107</span> (Leon. or Antip. Thess.), <span class="title">BMus.Inscr.</span>1012 (Chalcedon); εὐπλωΐα <span class="title">Cat.Cod.Astr.</span>2.169.) </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[Εὔπλοια]], a name of Aphrodite, <span class="title">IGRom.</span>3.921 (Cilicia), <span class="title">IPE</span>1.94 (Olbia), <span class="bibl">Paus.1.1.3</span>; on a lamp dedicated to Helioserapis, <span class="title">IG</span>14.2405.48 (Puteoli). </span><span class="sense"><span class="bld">III</span> dub. sens. in <span class="bibl"><span class="title">PCair.Zen.</span>15r</span>.<span class="bibl">40</span> (iii B.C.).</span>
|Definition=poet. [[εὐπλοΐη]], ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[a fair voyage]], εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ… ἐννοσίγαιος Il.9.362; εὔπλοιαν ἔπραξαν A.''Supp.'' 1045 (lyr.); εὐπλοίας τυχών [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Tyrannus|OT]]''423, etc. ([[εὐπλοΐη]] is required by the metre in ''AP''9.9 (Polyaen.), 107 (Leon. or Antip. Thess.), ''BMus.Inscr.''1012 (Chalcedon); εὐπλωΐα ''Cat.Cod.Astr.''2.169.)<br><span class="bld">II</span> [[Εὔπλοια]], a name of Aphrodite, ''IGRom.''3.921 (Cilicia), ''IPE''1.94 (Olbia), Paus.1.1.3; on a lamp dedicated to Helioserapis, ''IG''14.2405.48 (Puteoli).<br><span class="bld">III</span> dub. sens. in ''PCair.Zen.''15r.40 (iii B.C.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1089.png Seite 1089]] ἡ, ion. u. ep. εὐπλοίη, auch εὐπλοΐη, Polyaen. 2 (IX, 9), gute, glückliche Schifffahrt, Il. 9, 362; Aesch. Suppl. 1030; Soph. Phil. 1451 O. R. 423; Ep. ad. 203 (App. 283); auch in sp. Prosa.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1089.png Seite 1089]] ἡ, ion. u. ep. εὐπλοίη, auch εὐπλοΐη, Polyaen. 2 (IX, 9), gute, glückliche Schifffahrt, Il. 9, 362; Aesch. Suppl. 1030; Soph. Phil. 1451 O. R. 423; Ep. ad. 203 (App. 283); auch in sp. Prosa.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />[[heureuse navigation]].<br />'''Étymologie:''' [[εὔπλοος]].
}}
{{elru
|elrutext='''εὔπλοια:''' эп. εὐπλοίη, поэт. εὐπλοΐη ἡ [[счастливое плавание]] Hom., Aesch., Soph., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''εὔπλοια''': ποιητ. εὐπλοΐη, ἡ, καλὸς [[πλοῦς]], καλὸν [[ταξείδιον]], εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ... [[ἐννοσίγαιος]] Ἰλ. Ι. 362· εὔπλοιαν ἔπραξαν Αἰσχύλ. Ἱκ. 1046· εὐπλοίας τυχὼν Σοφ. Ο. Τ. 423, κτλ. Τὸν τύπον εὐπλοΐη ἀπαιτεῖ τὸ [[μέτρον]] ἐν Ἀνθ. Π. 9. 9 καὶ 107, παράρτ. 283, ἀλλ’ οὐχὶ ἐν Ἰλ. (ἀλλὰ νεώτεραί τινες ἐκδόσεις ἔχουσιν εὐπλοΐην). ΙΙ. Εὔπλοια, ἐπώνυμον τῆς Ἀφροδίτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 4443.
|lstext='''εὔπλοια''': ποιητ. εὐπλοΐη, ἡ, καλὸς [[πλοῦς]], καλὸν [[ταξείδιον]], εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ... [[ἐννοσίγαιος]] Ἰλ. Ι. 362· εὔπλοιαν ἔπραξαν Αἰσχύλ. Ἱκ. 1046· εὐπλοίας τυχὼν Σοφ. Ο. Τ. 423, κτλ. Τὸν τύπον εὐπλοΐη ἀπαιτεῖ τὸ [[μέτρον]] ἐν Ἀνθ. Π. 9. 9 καὶ 107, παράρτ. 283, ἀλλ’ οὐχὶ ἐν Ἰλ. (ἀλλὰ νεώτεραί τινες ἐκδόσεις ἔχουσιν εὐπλοΐην). ΙΙ. Εὔπλοια, ἐπώνυμον τῆς Ἀφροδίτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 4443.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />heureuse navigation.<br />'''Étymologie:''' [[εὔπλοος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[εὔπλοια]], ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)<br /><b>1.</b> [[καλός]] [[πλους]], [[ουριοδρομία]], καλό και γρήγορο [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευπλο</i>- (του [[εύπλους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ια</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[αντί]]-<i>πλοια</i>, <i>ά</i>-<i>πλοια</i>)].
|mltxt=η (Α [[εὔπλοια]], ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)<br /><b>1.</b> [[καλός]] [[πλους]], [[ουριοδρομία]], καλό και γρήγορο [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευπλο</i>- (του [[εύπλους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ια</i> ([[πρβλ]]. [[αντί]]-<i>πλοια</i>, <i>ά</i>-<i>πλοια</i>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὔπλοια:''' ποιητ. -οΐη, ἡ ([[εὔπλοος]]), καλό [[ταξίδι]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.
|lsmtext='''εὔπλοια:''' ποιητ. -οΐη, ἡ ([[εὔπλοος]]), καλό [[ταξίδι]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''εὔπλοια:''' эп. εὐπλοίη, поэт. εὐπλοΐη ἡ счастливое плавание Hom., Aesch., Soph., Plut.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj

Latest revision as of 11:05, 18 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὔπλοια Medium diacritics: εὔπλοια Low diacritics: εύπλοια Capitals: ΕΥΠΛΟΙΑ
Transliteration A: eúploia Transliteration B: euploia Transliteration C: eyploia Beta Code: eu)/ploia

English (LSJ)

poet. εὐπλοΐη, ἡ,
A a fair voyage, εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ… ἐννοσίγαιος Il.9.362; εὔπλοιαν ἔπραξαν A.Supp. 1045 (lyr.); εὐπλοίας τυχών S.OT423, etc. (εὐπλοΐη is required by the metre in AP9.9 (Polyaen.), 107 (Leon. or Antip. Thess.), BMus.Inscr.1012 (Chalcedon); εὐπλωΐα Cat.Cod.Astr.2.169.)
II Εὔπλοια, a name of Aphrodite, IGRom.3.921 (Cilicia), IPE1.94 (Olbia), Paus.1.1.3; on a lamp dedicated to Helioserapis, IG14.2405.48 (Puteoli).
III dub. sens. in PCair.Zen.15r.40 (iii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1089] ἡ, ion. u. ep. εὐπλοίη, auch εὐπλοΐη, Polyaen. 2 (IX, 9), gute, glückliche Schifffahrt, Il. 9, 362; Aesch. Suppl. 1030; Soph. Phil. 1451 O. R. 423; Ep. ad. 203 (App. 283); auch in sp. Prosa.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
heureuse navigation.
Étymologie: εὔπλοος.

Russian (Dvoretsky)

εὔπλοια: эп. εὐπλοίη, поэт. εὐπλοΐη ἡ счастливое плавание Hom., Aesch., Soph., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

εὔπλοια: ποιητ. εὐπλοΐη, ἡ, καλὸς πλοῦς, καλὸν ταξείδιον, εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ... ἐννοσίγαιος Ἰλ. Ι. 362· εὔπλοιαν ἔπραξαν Αἰσχύλ. Ἱκ. 1046· εὐπλοίας τυχὼν Σοφ. Ο. Τ. 423, κτλ. Τὸν τύπον εὐπλοΐη ἀπαιτεῖ τὸ μέτρον ἐν Ἀνθ. Π. 9. 9 καὶ 107, παράρτ. 283, ἀλλ’ οὐχὶ ἐν Ἰλ. (ἀλλὰ νεώτεραί τινες ἐκδόσεις ἔχουσιν εὐπλοΐην). ΙΙ. Εὔπλοια, ἐπώνυμον τῆς Ἀφροδίτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 4443.

Greek Monolingual

η (Α εὔπλοια, ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)
1. καλός πλους, ουριοδρομία, καλό και γρήγορο ταξίδι
2. επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ευπλο- (του εύπλους) + κατάλ. -ια (πρβλ. αντί-πλοια, ά-πλοια)].

Greek Monotonic

εὔπλοια: ποιητ. -οΐη, ἡ (εὔπλοος), καλό ταξίδι, σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.

Middle Liddell

εὔπλοος
a fair voyage, Il., Soph.

English (Woodhouse)

a good voyage, good time for sailing

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)