ναύστης: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=naystis
|Transliteration C=naystis
|Beta Code=nau/sths
|Beta Code=nau/sths
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> = [[ναύτης]], <span class="bibl"><span class="title">Sammelb.</span>1207</span>.</span>
|Definition=ναύστου, ὁ, = [[ναύτης]], ''Sammelb.''1207.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ναύστης]], ὁ (Α)<br />[[ναύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. του [[ναύτης]] με -<i>σ</i>- πιθ. [[κατά]] τα αρσ. σε -<i>στης</i> (<b>πρβλ.</b> [[ναῦσθλον]])].
|mltxt=[[ναύστης]], ὁ (Α)<br />[[ναύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. του [[ναύτης]] με -<i>σ</i>- πιθ. [[κατά]] τα αρσ. σε -<i>στης</i> (<b>πρβλ.</b> [[ναῦσθλον]])].
}}
}}

Latest revision as of 12:30, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναύστης Medium diacritics: ναύστης Low diacritics: ναύστης Capitals: ΝΑΥΣΤΗΣ
Transliteration A: naústēs Transliteration B: naustēs Transliteration C: naystis Beta Code: nau/sths

English (LSJ)

ναύστου, ὁ, = ναύτης, Sammelb.1207.

Greek Monolingual

ναύστης, ὁ (Α)
ναύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του ναύτης με -σ- πιθ. κατά τα αρσ. σε -στης (πρβλ. ναῦσθλον)].