ἀμφίκαρπος: Difference between revisions
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
mNo edit summary |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=amfikarpos | |Transliteration C=amfikarpos | ||
|Beta Code=a)mfi/karpos | |Beta Code=a)mfi/karpos | ||
|Definition= | |Definition=ἀμφίκαρπον, [[fruit]]ing both above and below [[ground]], [[amphicarpic]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 1.6.12. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />de plantas [[que dan frutos subterráneos y aéreos]], [[anficárpicas]] Thphr.<i>HP</i> 1.6.12. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμφίκαρπος''': -ον, ὁ [[πανταχόθεν]] καρποφορῶν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 1. 6, 12. | |lstext='''ἀμφίκαρπος''': -ον, ὁ [[πανταχόθεν]] καρποφορῶν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 1. 6, 12. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀμφίκαρπος]], -ον) ([[καρπός]])<br />λέγεται για τα φυτά που έχουν καρπούς δύο ειδών [[είτε]] ως [[προς]] τη [[μορφή]] ή ως [[προς]] την [[εποχή]] ωριμάσεώς τους<br /><b>αρχ.</b><br />λέγεται για το [[φυτό]] που βγάζει καρπούς και [[επάνω]] και [[κάτω]] από το [[έδαφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καρπός]]].<br />ο <b>Βοτ.</b><br />[[γένος]] [[φυτών]] της οικογένειας τών Χεδρωπών με [[λίγα]] είδη, ιθαγενή της Βορειοανατολικής Αμερικής, Ιαπωνίας και Ινδιών. Είναι αναρριχώμενες πόες με φύλλα [[σύνθετα]] τρίφυλλα και [[άνθη]] [[λευκά]] ή πορφυρόχρωμα. | |mltxt=-η, -ο (Α [[ἀμφίκαρπος]], -ον) ([[καρπός]])<br />λέγεται για τα φυτά που έχουν καρπούς δύο ειδών [[είτε]] ως [[προς]] τη [[μορφή]] ή ως [[προς]] την [[εποχή]] ωριμάσεώς τους<br /><b>αρχ.</b><br />λέγεται για το [[φυτό]] που βγάζει καρπούς και [[επάνω]] και [[κάτω]] από το [[έδαφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καρπός]]].<br />ο <b>Βοτ.</b><br />[[γένος]] [[φυτών]] της οικογένειας τών Χεδρωπών με [[λίγα]] είδη, ιθαγενή της Βορειοανατολικής Αμερικής, Ιαπωνίας και Ινδιών. Είναι αναρριχώμενες πόες με φύλλα [[σύνθετα]] τρίφυλλα και [[άνθη]] [[λευκά]] ή πορφυρόχρωμα. | ||
}} | }} | ||
= | {{wkpen | ||
Amphicarpy is a reproductive strategy that occurs with 13 plant families, expressed mostly in species with an annual life cycle. It is characterized by production of two types of fruit, for different ecological roles. It is sometimes restricted to the situation where one fruit type is aerial and the other subterranean (hypogeous), and distinguished from heterocarpy. The word amphicarp is the contraction of the Greek words ἀμφί meaning "of both kinds" and καρπός meaning fruit. | |wketx=Amphicarpy is a reproductive strategy that occurs with 13 plant families, expressed mostly in species with an annual life cycle. It is characterized by production of two types of fruit, for different ecological roles. It is sometimes restricted to the situation where one fruit type is aerial and the other subterranean (hypogeous), and distinguished from heterocarpy. The word amphicarp is the contraction of the Greek words ἀμφί meaning "of both kinds" and καρπός meaning fruit. | ||
}} |
Latest revision as of 11:16, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀμφίκαρπον, fruiting both above and below ground, amphicarpic, Thphr. HP 1.6.12.
Spanish (DGE)
-ον
de plantas que dan frutos subterráneos y aéreos, anficárpicas Thphr.HP 1.6.12.
German (Pape)
[Seite 139] auf beiden Seiten Früchte habend, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφίκαρπος: -ον, ὁ πανταχόθεν καρποφορῶν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 1. 6, 12.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀμφίκαρπος, -ον) (καρπός)
λέγεται για τα φυτά που έχουν καρπούς δύο ειδών είτε ως προς τη μορφή ή ως προς την εποχή ωριμάσεώς τους
αρχ.
λέγεται για το φυτό που βγάζει καρπούς και επάνω και κάτω από το έδαφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + καρπός].
ο Βοτ.
γένος φυτών της οικογένειας τών Χεδρωπών με λίγα είδη, ιθαγενή της Βορειοανατολικής Αμερικής, Ιαπωνίας και Ινδιών. Είναι αναρριχώμενες πόες με φύλλα σύνθετα τρίφυλλα και άνθη λευκά ή πορφυρόχρωμα.
Wikipedia EN
Amphicarpy is a reproductive strategy that occurs with 13 plant families, expressed mostly in species with an annual life cycle. It is characterized by production of two types of fruit, for different ecological roles. It is sometimes restricted to the situation where one fruit type is aerial and the other subterranean (hypogeous), and distinguished from heterocarpy. The word amphicarp is the contraction of the Greek words ἀμφί meaning "of both kinds" and καρπός meaning fruit.