δυσθεώρητος: Difference between revisions
διὸ δὴ πᾶς ἀνὴρ σπουδαῖος τῶν ὄντων σπουδαίων πέρι πολλοῦ δεῖ μὴ γράψας ποτὲ ἐν ἀνθρώποις εἰς φθόνον καὶ ἀπορίαν καταβαλεῖ → And this is the reason why every serious man in dealing with really serious subjects carefully avoids writing, lest thereby he may possibly cast them as a prey to the envy and stupidity of the public | Therefore every man of worth, when dealing with matters of worth, will be far from exposing them to ill feeling and misunderstanding among men by committing them to writing
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dystheoritos | |Transliteration C=dystheoritos | ||
|Beta Code=dusqew/rhtos | |Beta Code=dusqew/rhtos | ||
|Definition=δυσθεώρητον,<br><span class="bld">A</span> [[hard to observe]], Arist.''HA''511b13; [[scarcely visible]], τρύπημα Hero ''Spir.''1.31, cf. Philum.''Ven.''15.6.<br><span class="bld">II</span> [[hard to understand]] or [[reduce to theory]], τέχνη Ph.''Bel.''49.19, cf. Plb.3.31.7, Phld.''Rh.''1.141 S., Ph.2.84. | |Definition=δυσθεώρητον,<br><span class="bld">A</span> [[hard to observe]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''511b13; [[scarcely visible]], τρύπημα Hero ''Spir.''1.31, cf. Philum.''Ven.''15.6.<br><span class="bld">II</span> [[hard to understand]] or [[reduce to theory]], τέχνη Ph.''Bel.''49.19, cf. Plb.3.31.7, Phld.''Rh.''1.141 S., Ph.2.84. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[δυσθεώρητος]], -ον)<br />[[εκείνος]], τον οποίο δύσκολα μπορεί να δει [[κανείς]] σε όλη του την [[έκταση]] ( | |mltxt=-η, -ο (Α [[δυσθεώρητος]], -ον)<br />[[εκείνος]], τον οποίο δύσκολα μπορεί να δει [[κανείς]] σε όλη του την [[έκταση]] («χαῖρε [[βάθος]] δυσθεώρητον», Ακάθιστος Ύμνος)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που δύσκολα ελέγχεται ή διορθώνεται («δυσθεώρητα χειρόγραφα», «δυσθεώρητοι λογαριασμοί»)<br /><b>αρχ.</b><br />[[δυσνόητος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:30, 6 February 2024
English (LSJ)
δυσθεώρητον,
A hard to observe, Arist.HA511b13; scarcely visible, τρύπημα Hero Spir.1.31, cf. Philum.Ven.15.6.
II hard to understand or reduce to theory, τέχνη Ph.Bel.49.19, cf. Plb.3.31.7, Phld.Rh.1.141 S., Ph.2.84.
Spanish (DGE)
-ον
1 difícil de verse, apenas visible τρύπημα Hero Spir.1.31, ἀστήρ Gem.3.15, δῆγμα Philum.Ven.15.6, de la lengua del elefante, Ar.Byz.Epit.2.71, del bazo de la codorniz, Alex.Mynd.15W., cf. Ar.Byz.Epit.2.439, Ps.Callisth.1.46Γ (p.98), Dsc.4.133, Gal.2.398, 5.613, Basil.M.30.333C
•neutr. subst. τὸ δ. dificultad de observación Arist.HA 511b13.
2 desagradable a la vista πληγὴ ἀνίατός τε καὶ δ. Gr.Naz.M.35.1100D, glos. a δυσθέατος Sch.A.Th.978e.
3 difícil de entender ἡ τοῦ προειρημένου φύσις Plb.9.24.2, cf. 3.31.7, Ph.1.471, διαφορά Plu.Comp.Phil.Flam.3, αἰτία Plu.2.690f, μάθησις Plu.2.1020b, ὁ μὲν γὰρ χρόνος δυσθεώρητόν τι ἐστίν S.E.M.10.180, cf. Plu.2.1043a, Alex.Aphr.in Metaph.142.4, Febr.5.3, Iambl.VP 182, neutr. plu. subst., Phld.Rh.2.263Aur., Ph.2.84, Plu.2.718c, Eutoc.in Sph.Cyl.12
•difícil de reducir a teoría τέχνη Ph.Bel.49.19
•de difícil investigación ἡ περὶ πυρετῶν θεωρία por sus complejidad, Alex.Aphr.Febr.1.3.
German (Pape)
[Seite 681] schwer zu untersuchen, zu betrachten; Arist. H. A. 3, 2; Pol. 17, 13 u. sonst; Plut. S. N. V. 4.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
difficile à examiner, à reconnaître.
Étymologie: δυσ-, θεωρέω.
Russian (Dvoretsky)
δυσθεώρητος: с трудом поддающийся рассмотрению, трудный для изучения или выяснения (ἡ τοῦ αἵματος φύσις Arst.; ἡ ἑκάστου προαίρεσις Polyb.; αἰτία Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
δυσθεώρητος: -ον, ὃν δύσκολον εἶναι νὰ θεωρήσῃ τις ἢ ἐννοήσῃ, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 3. 2, 2.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α δυσθεώρητος, -ον)
εκείνος, τον οποίο δύσκολα μπορεί να δει κανείς σε όλη του την έκταση («χαῖρε βάθος δυσθεώρητον», Ακάθιστος Ύμνος)
νεοελλ.
αυτός που δύσκολα ελέγχεται ή διορθώνεται («δυσθεώρητα χειρόγραφα», «δυσθεώρητοι λογαριασμοί»)
αρχ.
δυσνόητος.