συναναστροφή: Difference between revisions

From LSJ

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=synanastrofi
|Transliteration C=synanastrofi
|Beta Code=sunanastrofh/
|Beta Code=sunanastrofh/
|Definition=ἡ, [[living with]], [[intercourse]], Epicur.''Sent.Vat.''18, [[LXX]] ''Wi.''8.16, Phld.''D.''3 ''Fr.''87, J.''AJ''18.6.9; πρός τινας ''Supp.Epigr.'' 7.825.7 (Jerash, ii A.D.): pl., D.S.4.4, Arr.''Epict.''1.9.5, Hierocl.p.58 A.
|Definition=ἡ, [[living with]], [[intercourse]], Epicur.''Sent.Vat.''18, [[LXX]] ''Wi.''8.16, Phld.''D.''3 ''Fr.''87, J.''AJ''18.6.9; πρός τινας ''Supp.Epigr.'' 7.825.7 (Jerash, ii A.D.): pl., [[Diodorus Siculus|D.S.]]4.4, Arr.''Epict.''1.9.5, Hierocl.p.58 A.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1000.png Seite 1000]] ἡ, das Mitzurückkehren, Sp. – Bes. im, plur. Umgang, geselliges Vergnügen, D. Sic. 4, 4.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1000.png Seite 1000]] ἡ, das [[Mitzurückkehren]], Sp. – Bes. im, plur. [[Umgang]], geselliges Vergnügen, D. Sic. 4, 4.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''συναναστροφή:''' ἡ общение, связь: αἱ τῶν [[φίλων]] συναναστροφαί Diod. встречи с друзьями.
|elrutext='''συναναστροφή:''' ἡ [[общение]], [[связь]]: αἱ τῶν [[φίλων]] συναναστροφαί Diod. встречи с друзьями.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 07:45, 27 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συναναστροφή Medium diacritics: συναναστροφή Low diacritics: συναναστροφή Capitals: ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΗ
Transliteration A: synanastrophḗ Transliteration B: synanastrophē Transliteration C: synanastrofi Beta Code: sunanastrofh/

English (LSJ)

ἡ, living with, intercourse, Epicur.Sent.Vat.18, LXX Wi.8.16, Phld.D.3 Fr.87, J.AJ18.6.9; πρός τινας Supp.Epigr. 7.825.7 (Jerash, ii A.D.): pl., D.S.4.4, Arr.Epict.1.9.5, Hierocl.p.58 A.

German (Pape)

[Seite 1000] ἡ, das Mitzurückkehren, Sp. – Bes. im, plur. Umgang, geselliges Vergnügen, D. Sic. 4, 4.

Russian (Dvoretsky)

συναναστροφή:общение, связь: αἱ τῶν φίλων συναναστροφαί Diod. встречи с друзьями.

Greek (Liddell-Scott)

συναναστροφή: ἡ, ἐν τῷ πληθ., τὸ συναναστρέφεσθαι, συνδιατριβή, ἐπιμιξία, Διόδ. 4. 4, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 1. 9, 5, κτλ.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ συναναστρέφομαι
1. το να συναναστρέφεται, να επικοινωνεί κανείς φιλικά με άλλους, επικοινωνία, συγχρωτισμός, συντροφιά (α. «οι συναναστροφές της δεν ήταν καλές» β. «οὐ γὰρ ἔχει πικρίαν ἡ συναναστροφὴ αὐτῆς οὐδὲ ὀδύνην ἡ συμβίωσις αὐτῆς», ΠΔ
γ. «διὰ τὴν τῶν ἀπίστων συναναστροφήν», Άνν. Κομν.)
2. φιλική συγκέντρωση, οικογενειακή δεξίωξη (α. «ένα φόρεμα κατάλληλο για το θέατρο, για μια συναναστροφή» β. «κατὰ δὲ τὰς φίλων συναναστροφάς», Διόδ.)
μσν.
η παρουσία του Χριστού στον κόσμο, η ενσάρκωση («τῆς καθ' ἡμᾶς αὐτοῦ συναναστροφῆς», Δαμασκ. Ι.)
μσν.-αρχ.
τρόπος ζωής, διαγωγήχηροσύνη μετὰ ἀχράντου συναναστροφῆς», Επιφάν.).