связь
δός μοι πᾷ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινήσω → give me a place to stand and I will move the earth, give me a place to stand and I'll move the earth, give me the place to stand and I shall move the earth, give me a place to stand and with a lever I will move the whole world, give me a firm spot to stand and I will move the world, give me a lever and a place to stand and I will move the earth, give me a fulcrum and I shall move the world
Russian > Greek
συνέχεια, ζεῦγμα, συνήθεια, ὁμιλία, ὁμιλίη, ὁμίλημα, συναναστροφή, συμπεριφορά, κοινώνημα, κοινωνία, ἀκόλουθον, σύνδετον, ἐπισύνδεσις, ἁρμός, σύνδεσμος, ἐξάρτησις, ἅψος, συνδετικόν, σύμπηξις, ἀρμονία, ἁρμονίη, ἁρμονιά, πῆγμα, ἐπιμιξία, μῖξις, ἁρμογή, συνάρτησις, σύνθεσις, συνέλευσις, συναγωγή, σύναψις, σύζευξις, συναρμογή, συμπλοκή, σύνταξις, συμβόλαιον, σύνοδος, σχέσις