ἰπνίτης: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δ' ἡδέως ζῆν καὶ ἱλαρῶς οὐκ ἔξωθέν ἐστιν, ἀλλὰ τοὐναντίονἄνθρωπος τοῖς περὶ αὑτὸν πράγμασιν ἡδονὴν καὶ χάριν ὥσπερ ἐκ πηγῆς τοῦ ἤθους προστίθησιν → but a pleasant and happy life comes not from external things, but, on the contrary, man draws on his own character as a source from which to add the element of pleasure and joy to the things which surround him

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰπνίτης]], ὁ (Α) [[ιπνός]]<br />ο ψημένος στον φούρνο («ἰπνῑται ἄρτοι», Ιπποκρ.).
|mltxt=[[ἰπνίτης]], ὁ (Α) [[ιπνός]]<br />ο ψημένος στον φούρνο («ἰπνῖται ἄρτοι», Ιπποκρ.).
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Latest revision as of 14:53, 6 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰπνίτης Medium diacritics: ἰπνίτης Low diacritics: ιπνίτης Capitals: ΙΠΝΙΤΗΣ
Transliteration A: ipnítēs Transliteration B: ipnitēs Transliteration C: ipnitis Beta Code: i)pni/ths

English (LSJ)

[ῑτ], ου, ὁ, baked in the oven, οἱ ἰ. ἄρτοι Hp.Vict.2.42, Polem.Hist.86, IG5 (1).363.18 (Sparta, i A.D.: written -είταν): without ἄρτος, Timocl. 33; ἰ. φθοΐς AP6.299 (Phan., sed leg. -ευτής).

German (Pape)

[Seite 1257] ὁ, im Ofen gebacken; ἄρτος Hippocr.; Timocl. Ath. III, 109 c u. A.; φθοΐς Rhian. 5 (VI, 299).

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
cuit au four.
Étymologie: ἰπνός.

Greek (Liddell-Scott)

ἰπνίτης: ῑ, ου, ὁ ὀπτηθεὶς ἐν κλιβάνῳ, «ψημένος ’ς τὸν φοῦρνον», οἱ ἰπν. ἄρτοι Ἱππ. 356. 13· καὶ ἄνευ τοῦ ἄρτος, θερμῶν ἰπνιτῶν ἤσθιον Τιμοκλ. ἐν «Ψευδολῃσταῖς» 1· ἰπν. φθοΐς Ἀνθ. Π. 6. 299.

Greek Monolingual

ἰπνίτης, ὁ (Α) ιπνός
ο ψημένος στον φούρνο («ἰπνῖται ἄρτοι», Ιπποκρ.).

Greek Monotonic

ἰπνίτης: [ῑ], -ου, ὁ (ἰπνός), ψημένος σε φούρνο, σε Ανθ.

Middle Liddell

ἰ¯πνίτης, ου, ἰπνός
baked in the oven, Anth.