ὀκταπλάσιος: Difference between revisions

From LSJ

μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)

Source
(c1)
mNo edit summary
 
(17 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=ὀκταπλάσιος
|Full diacritics=ὀκταπλᾰ́σιος
|Medium diacritics=ὀκταπλάσιος
|Medium diacritics=ὀκταπλάσιος
|Low diacritics=οκταπλάσιος
|Low diacritics=οκταπλάσιος
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=oktaplasios
|Transliteration C=oktaplasios
|Beta Code=o)ktapla/sios
|Beta Code=o)ktapla/sios
|Definition=[πλᾰ], α, ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">eightfold</b>, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Eq.</span>70</span>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ti.</span> 35c</span>.</span>
|Definition=[πλᾰ], α, ον, [[eightfold]], [[Aristophanes|Ar.]]''[[The Knights|Eq.]]''70, Pl.''Ti.'' 35c.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0317.png Seite 317]] achtfach; Ar. Equ. 70; ὀκταπλασίαν μοῖραν, Plat. Tim. 35 c; Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0317.png Seite 317]] [[achtfach]]; Ar. Equ. 70; ὀκταπλασίαν μοῖραν, Plat. Tim. 35 c; Sp.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />[[huit fois aussi grand]].<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], [[-πλάσιος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀκταπλάσιος:''' (λᾰ) [[в восемь раз больший]], [[восьмикратный]] Plat., Arph., Plut.
}}
{{ls
|lstext='''ὀκταπλάσιος''': -α, -ον, ὡς καὶ νῦν, ὁ [[ὀκτάκις]] μεγαλείτερος ἢ περισσότερος, Λατ. octuplus, Ἀριστοφ. Ἱππ. 70, Πλάτ. Τίμ. 35C.
}}
{{grml
|mltxt=και [[οχταπλάσιος]], -α, -ο (Α [[ὀκταπλάσιος]], -ία, -ον)<br />αυτός που [[είναι]] [[οκτώ]] φορές μεγαλύτερος ή [[περισσότερος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>οκταπλασίως</i> και <i>οκταπλάσια</i> και <i>οχταπλάσια</i> (Α ὀκταπλασίως)<br />[[κατά]] [[οκτώ]] φορές περισσότερο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> -[[πλάσιος]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὀκτᾰπλάσιος:''' [ᾰ], -α, -ον, [[οκτώ]] φορές μεγαλύτερος ή [[περισσότερος]], Λατ. [[octuplus]], σε Αριστοφ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ὀκτᾰ-˘πλάσιος, η, ον<br />[[eightfold]], Lat. [[octuplus]], Ar.
}}
}}

Latest revision as of 08:51, 2 December 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκταπλᾰ́σιος Medium diacritics: ὀκταπλάσιος Low diacritics: οκταπλάσιος Capitals: ΟΚΤΑΠΛΑΣΙΟΣ
Transliteration A: oktaplásios Transliteration B: oktaplasios Transliteration C: oktaplasios Beta Code: o)ktapla/sios

English (LSJ)

[πλᾰ], α, ον, eightfold, Ar.Eq.70, Pl.Ti. 35c.

German (Pape)

[Seite 317] achtfach; Ar. Equ. 70; ὀκταπλασίαν μοῖραν, Plat. Tim. 35 c; Sp.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
huit fois aussi grand.
Étymologie: ὀκτώ, -πλάσιος.

Russian (Dvoretsky)

ὀκταπλάσιος: (λᾰ) в восемь раз больший, восьмикратный Plat., Arph., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ὀκταπλάσιος: -α, -ον, ὡς καὶ νῦν, ὁ ὀκτάκις μεγαλείτερος ἢ περισσότερος, Λατ. octuplus, Ἀριστοφ. Ἱππ. 70, Πλάτ. Τίμ. 35C.

Greek Monolingual

και οχταπλάσιος, -α, -ο (Α ὀκταπλάσιος, -ία, -ον)
αυτός που είναι οκτώ φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος.
επίρρ...
οκταπλασίως και οκταπλάσια και οχταπλάσια (Α ὀκταπλασίως)
κατά οκτώ φορές περισσότερο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + -πλάσιος].

Greek Monotonic

ὀκτᾰπλάσιος: [ᾰ], -α, -ον, οκτώ φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος, Λατ. octuplus, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

ὀκτᾰ-˘πλάσιος, η, ον
eightfold, Lat. octuplus, Ar.