κτηνίατρος: Difference between revisions

From LSJ

Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 540
(6_15)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ktiniatros
|Transliteration C=ktiniatros
|Beta Code=kthni/atros
|Beta Code=kthni/atros
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">cattle-doctor</b>, Gloss.</span>
|Definition=ὁ, [[cattle-doctor]], ''Glossaria''.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κτηνίατρος''': ὁ, ὡς καὶ νῦν ἰατρὸς κτηνῶν, Γλωσσ.
|lstext='''κτηνίατρος''': ὁ, ὡς καὶ νῦν ἰατρὸς κτηνῶν, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Μ [[κτηνίατρος]])<br /><b>1.</b> [[ειδικός]] [[γιατρός]] που θεραπεύει τις ασθένειες τών κτηνών, που φροντίζει για την [[υγεία]] τών ζώων<br /><b>2.</b> [[αξιωματικός]] του κτηνιατρικού κλάδου με βαθμό λοχαγού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κτῆνος]] <span style="color: red;">+</span> [[ἰατρός]].
}}
}}

Latest revision as of 09:47, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κτηνίατρος Medium diacritics: κτηνίατρος Low diacritics: κτηνίατρος Capitals: ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΣ
Transliteration A: ktēníatros Transliteration B: ktēniatros Transliteration C: ktiniatros Beta Code: kthni/atros

English (LSJ)

ὁ, cattle-doctor, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 1519] ὁ, Vieharzt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κτηνίατρος: ὁ, ὡς καὶ νῦν ἰατρὸς κτηνῶν, Γλωσσ.

Greek Monolingual

ο (Μ κτηνίατρος)
1. ειδικός γιατρός που θεραπεύει τις ασθένειες τών κτηνών, που φροντίζει για την υγεία τών ζώων
2. αξιωματικός του κτηνιατρικού κλάδου με βαθμό λοχαγού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κτῆνος + ἰατρός.